Οι επιστήμονες Υγείας δέχτηκαν νέες Διαιτητικές Οδηγίες για τη διαχείριση των ασθενών με αυξημένη χοληστερίνη. Η επιτροπή σύστασης διατροφικών κατευθυντήριων οδηγιών των ΗΠΑ (Dietary Guidelines Advisory Committee) δημοσίευσε πρόσφατα μια έκθεση 500 σελίδων από την οποία φάνηκε ότι οι συγγραφείς των νέων διαιτητικών οδηγιών ζητούν την επιστροφή των τηγανητών αυγών στο πρωινό μας γεύμα.
Τα ευρήματα ή τουλάχιστον η ερμηνεία τους, φαίνεται ακριβώς αντίθετη από τις μέχρι τώρα οδηγίες αντιμετώπισης της χοληστερίνης που δίνονταν από τους επιστήμονες υγείας. Η βασικότερη οδηγία που είχαν οι ασθενείς από γιατρούς και διαιτολόγους επισήμανε να «μείνουμε μακριά από την κατανάλωση τροφίμων με χοληστερόλη».
Η φαινομενική απότομη στροφή των επιστημών έκανε πολλούς να αναρωτιούνται: Τι συμβαίνει και καταρρίπτονται τα μέχρι τώρα δεδομένα για τη χοληστερόλη;
Και αν απορρίπτονται οι παλαιότερες διαιτητικές συστάσεις για την αντιμετώπισή της, τι γίνεται με τα φάρμακα;
Η επιτροπή σύστασης διατροφικών κατευθυντήριων οδηγιών των ΗΠΑ έχει συσταθεί από τα τέλη του 1800 και έχει εξελιχθεί με την πάροδο των ετών με στόχο την βελτίωση της επιστημονικής έρευνας. Αυτό είναι άλλωστε πάντα και το έργο προς την εξέλιξη. Καθώς η επιστήμη έχει βελτιωθεί, η καθοδήγηση είναι πιο ακριβής παρά την εμφάνιση συχνών διακυμάνσεων στις συστάσεις και πιο συνεπής κατά την τελευταία δεκαετία στις διατροφικές κατευθυντήριες οδηγίες.
Ωστόσο, πάντα υπάρχει η τάση των μέσων μαζικής ενημέρωσης, των διαφημιστικών και των φαρμακευτικών εταιριών να κατασπαταλούν χρήματα για να προκαλούν νέες διατροφικές «μανίες». Επίσης, συχνά γίνεται λόγος για παραπλανητικές μελέτες οι οποίες δυστυχώς χρηματοδοτούνται από πολυεθνικές εταιρείες τροφίμων που έχουν μοναδικό κίνητρο να προάγουν τα οικονομικά συμφέροντά και δημιουργούν σύγχυση στους καταναλωτές.
Η χοληστερόλη
H χοληστερόλη είναι μία ουσία που μοιάζει με λίπος και ανήκει στην κατηγορία των λιπιδίων. Υπάρχει φυσιολογικά σε όλους τους ζωικούς ιστούς, συμπεριλαμβανομένου του ανθρώπινου σώματος.
Για όσους πιστεύουν ότι η χοληστερόλη αποτελεί κύριο παράγοντα εμφάνισης καρδιακής νόσου και άλλων συνοδών προβλημάτων υγείας θα πρέπει να αναφέρουμε πως η χοληστερόλη είναι απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία του οργανισμού καθώς:
• αποτελεί δομικό υλικό της κυτταρικής μεμβράνης
• συντελεί στη δημιουργία ορμονών φύλου
• βοηθάει στο σχηματισμό των χολικών αλάτων, τα οποία χρειάζονται για την πέψη και την απορρόφηση των λιπών
• βοηθάει στην σύνθεση της βιταμίνης D μαζί με την ηλιακή ακτινοβολία
• είναι απαραίτητη για την έκκριση ορμονών.
Τι υπαγορεύουν οι νέες Διαιτητικές συστάσεις
«Οι Διαιτητικές Οδηγίες συνιστούσαν τον περιορισμό πρόσληψης χοληστερόλης σε λιγότερο από 300 mg/ημέρα. Το 2015 η επιτροπή διατροφικών συστάσεων (DGAC) δεν θα συνεχίσει την εν λόγω σύσταση επειδή τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι δεν υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα στην κατανάλωση χοληστερόλης μέσα από τη διατροφή και των επιπέδων της χοληστερόλης στο αίμα. Σε συμφωνία και με τα συμπεράσματα της αναφοράς της Αμερικάνικης Καρδιολογικής Εταιρείας (AHA / ACC report) η χοληστερόλη είναι μια θρεπτική ουσία της οποίας η αυξημένη κατανάλωση δεν καθιστά πρόβλημα.”
Οι έρευνες του Harvard που υποστηρίζουν το πρότυπο της Μεσογειακής διατροφής ως την βάση για την πρόληψη και την αντιμετώπιση πληθώρας ασθενειών, αποτέλεσε την απαρχή για τη συγγραφή ενός βιβλίου που δημοσιεύθηκε το 2000 και ονομάζεται ”Φάτε, πιείτε, και θα είστε υγιείς.” Στο εν λόγω βιβλίο υποστηρίζεται ότι τα πράγματα για την βελτίωση της χοληστερόλης είναι πολύ απλά καθώς μια απλοϊκή διατροφή σε συνδυασμό με καθημερινή δραστηριότητα μειώνει τον κίνδυνο ανάπτυξης παχυσαρκίας, διαβήτη και καρδιοπάθειας.
Το υπεραπλουστευμένο μήνυμα «το λίπος είναι κακό» που είχε καθιερωθεί, έλαβε τεράστιας αποδοχής και διατηρήθηκε μέχρι σήμερα. Οι επιστήμονες γνώριζαν ήδη από τη δεκαετία του 1960 ότι τα κορεσμένα λίπη, κυρίως αυτά που προέρχονται από το κρέας και τα γαλακτοκομικά, «συμπεριφέρονταν» διαφορετικά από τα πολυακόρεστα λίπη, τα οποία προέρχονται από φυτικές πηγές και στην πραγματικότητα μπορούν να μειώσουν τα επίπεδα χοληστερόλης στο αίμα.
Στη δεκαετία του 1990, νέα δεδομένα έρχονται στο προσκήνιο και υποστηρίζουν ότι τα trans λιπαρά είναι πολύ χειρότερα από τα κορεσμένα λίπη. Η βιομηχανία τροφίμων ανταποκρίθηκε και αντικατέστησε τα λίπη όλων των τύπων με ανθυγιεινά «απλά» σάκχαρα και επεξεργασμένες αμυλούχες τροφές που είχαν και καλύτερη γεύση. Στη συνέχεια βγαίνουν στην αγορά τα εν λόγω προϊόντα γνωστά ως «low fat» ή «χαμηλά σε λιπαρά», μέσα από τα οποία προωθήθηκε ακόμα περισσότερο η άποψη ότι «το λίπος είναι κακό» σκορπώντας εκατομμύρια δολάρια σε ετήσια διαφήμιση, «θησαυρίζοντας» ταυτόχρονα τις εταιρείες προώθησης «low fat» προϊόντων.
Αν λάβουμε υπόψη μας τα νέα δεδομένα αντιλαμβανόμαστε ότι η χοληστερόλη του αίματος δεν επηρεάζεται από την κατανάλωση κορεσμένων λιπαρών αλλά κυρίως από την κατανάλωση «καλών» λιπαρών που βοηθούν στην προστασία της καρδίας και οι τιμές τις εξαρτώνται από τον οργανισμό μας και την ποσότητα που παράγει για την ισορροπία του και την αποκατάσταση της υγείας μας.
Το «ένοχο» αυγό
Μέχρι τώρα υπήρχαν αρκετές έρευνες που υποστήριζαν τη συσχέτιση της κατανάλωσης του κρόκου των αυγών και της ανάπτυξης αρτηριοσκλήρυνσης. Έτσι, τα άτομα που είχαν αυξημένη χοληστερίνη απέφευγαν διακαώς τα αυγά είτε βραστά είτε τηγανητά. Ωστόσο, ο κρόκος εκτός από χοληστερίνη περιέχει και άλλα ιδιαίτερα πολύτιμα διατροφικά συστατικά, όπως λεκιθίνη, σίδηρο και άλλα ιχνοστοιχεία, πλήθος βιταμινών, ω-3 λιπαρά και άλλες λιγότερο γνωστές αλλά ιδιαίτερα χρήσιμες ουσίες.
O κρόκος του αβγού βέβαια είναι πλούσιος σε χοληστερόλη (περίπου 225 mg σε ένα αβγό μετρίου μεγέθους). Πάραυτα, ο οργανισμός μας παράγει πάνω από το 75% της χοληστερόλης που υπάρχει στο σώμα μας. Κατά συνέπεια η διατροφική χοληστερόλη έχει πολύ μικρή επίδραση στα επίπεδα της χοληστερόλης του πλάσματος.
Πιο απλά, η χοληστερίνη παράγεται σε μεγάλο ποσοστό (πάνω από το 75%) από το ίδιο μας τον οργανισμό και επηρεάζεται σε μικρότερο βαθμό από την διαιτητική χοληστερόλη. Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Σάρεϋ ανέλυσαν αρκετές μελέτες που αφορούσαν διάφορες τροφές που επηρεάζουν τις τιμές της χοληστερόλης στο αίμα και διαπίστωσαν ότι η κατανάλωση κορεσμένων λιπαρών, όπως αυτά που περιέχουν το κόκκινο κρέας και τα προϊόντα του, είναι πολύ πιθανότερο να δημιουργήσουν προβλήματα στην υγεία των καταναλωτών απ’ ότι η κατανάλωση των αυγών.
Το «παρεξηγημένο» βούτυρο
Με ένα προκλητικό εξώφυλλο για την ιστορία του, το περιοδικό TIME δίνει τέλος στον πόλεμο ενάντια στα κορεσμένα λιπαρά που περιέχει το βούτυρο και παροτρύνει το κοινό να ξαναφέρει το βούτυρο στην καθημερινή του διατροφή με μια φανταχτερή φαρδιά λεζάντα που αναφέρει «φάτε βούτυρο».
Σύμφωνα με τους συγγραφείς οι απλοί υδατάνθρακες, η ζάχαρη και τα επεξεργασμένα τρόφιμα ευθύνονται κατά κύριο λόγο για την παχυσαρκία, το διαβήτη και άλλες ασθένειες που σχετίζονται με το αυξημένο βάρος σώματος, και όχι το βούτυρο.
Το άρθρο γράφτηκε με έναυσμα την ολοκλήρωση μεγάλης διεθνούς μελέτης που δημοσιεύτηκε στο Archives of Internal Medicine και αναφέρει ότι δεν υπάρχουν επιστημονικά στοιχεία που να συνδέουν την αυξημένη κατανάλωση κορεσμένων λιπαρών με την αύξηση του κινδύνου για εμφάνιση καρδιολογικού νοσήματος.
Η έρευνα δεν εστιάζει μόνο στο βούτυρο, αλλά υποδεικνύει ότι οι καταναλωτές θα πρέπει να επανεξετάσουν το ρόλο των κορεσμένων λιπαρών στη διατροφή τους. Μια πρόσφατη μελέτη από το Πανεπιστήμιο του Cambridge στην Αγγλία αμφισβήτησε τη σύνδεση μεταξύ των λεγόμενων «κακών» λιπών, όπως αυτά που συναντώνται στο βούτυρο και το χοιρινό κρέας με την ανάπτυξη καρδιακών παθήσεων. Οι ερευνητές του Cambridge δεν βρήκαν ωστόσο καμία ένδειξη που να υποδηλώνει ότι τα πολυακόρεστα λίπη, ή ”καλά” λιπαρά οξέα που βρίσκονται στο σολομό, τα καρύδια και τα υγιεινά έλαια, μειώνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης καρδιακής νόσου.
Η διαιτολόγος Joy Bauer, με δήλωσή της στο NBC Newsυποστηρίζει την κατανάλωση του βουτύρου λέγοντας πως η μέχρι τώρα σύγχυση προέρχεται από τον επί δεκαετίες πόλεμο κατά των trans λιπαρών οξέων τα οποία αποτελούσαν βασικό συστατικό για την εναπόθεση λίπους και την στένωση των αρτηριών. Η επιστήμη έχει δείξει ότι τα trans λιπαρά είναι επιζήμια καθώς αυξάνουν τον κίνδυνο των καρδιακών παθήσεων μέσω της αύξησης του επίπεδου της κακής χοληστερόλης (LDL) και της μείωσης της καλής χοληστερόλης (HDL) που προκαλούν.
Για την Bauer το βούτυρο, μαζί με άλλα κορεσμένα λίπη όπως το δέρμα των πουλερικών, το λάδι καρύδας, τα πλήρη γαλακτοκομικά και ορισμένα μέρη του κόκκινου κρέατος, δεν είναι πλέον ο εχθρός. Η προσθήκη ωστόσο του βουτύρου σε τρόφιμα όπως τα κουλούρια, ο πουρές πατάτας και τα ζυμαρικά, περιπλέκει τα πράγματα.
Ξέρουμε ότι τα κορεσμένα λίπη αυξάνουν την LDL- «κακή» χοληστερόλη. Ωστόσο, οι επιστήμονες γνωρίζουν τώρα ότι υπάρχουν δύο διαφορετικά είδη σωματιδίων κακής χοληστερόλης – το ένα είναι μικρά και πυκνά σωματίδια κακής χοληστερόλης (το είδος που συνδέεται με καρδιακές παθήσεις), και το άλλο είδος είναι μεγάλα και χνουδωτά (το είδος που φαίνεται να είναι ως επί το πλείστον ευεργετική επίδραση στον οργανισμό). Το κορεσμένο λίπος αυξάνει το επίπεδο των μεγαλύτερων σωματιδίων που δεν φαίνεται να είναι επιβλαβές.
Από την άλλη πλευρά, οι εξευγενισμένοι υδατάνθρακες (λευκό ψωμί, κράκερ, δημητριακά πρωινού, μπισκότα και άλλα επεξεργασμένα τρόφιμα), αυξάνουν τα μικρότερα και πιο επικίνδυνα σωματίδια της LDL χοληστερόλης.
Ως περιοδικό το TIME είναι η πρώτη φορά που υποστήριξε την κατανάλωση κορεσμένων λιπαρών. Σε ένα πρόσφατο άρθρο στην εφημερίδα The New York Times, ο επιστήμονας Fred Kummerow, πρωτοπόρος στην έρευνα σχετικά με τα trans λιπαρά και ένας από τους πρώτους ερευνητές που συνδέουν τις καρδιακές παθήσεις με την κατανάλωση επεξεργασμένων τροφίμων, δήλωσε ότι οι μέτριες ποσότητες κορεσμένων λιπαρών όπως το βούτυρο, το τυρί και το κρέας δεν φράζουν τις αρτηρίες και μπορεί να είναι ευεργετικές σε μέτριες ποσότητες.
Όπως καταλάβατε η μέτρια κατανάλωση των κορεσμένων λιπαρών είναι το κλειδί για την προστασία της καρδιάς. Τα μηνύματα πλέον είναι πιο σαφή όσον αφορά τα λίπη. Μπορούμε να καταναλώνουμε τροφές πλούσιες σε λίπος, κυρίως σε καλά λιπαρά όπως είναι το ελαιόλαδο , οι ξηροί καρποί και το αβοκάντο. Ακόμα και τα «κακά» trans και κορεσμένα λιπαρά οξέα μπορούν να βρίσκονται στην διατροφή μας σε περιορισμό και η κατανάλωσή τους να αντισταθμίζεται με την καθημερινή άσκηση. Με αυτόν τον τρόπο κρατάμε «σε φόρμα» το σώμα μας και μπορούμε να μειώσουμε την χοληστερίνη. Αντίθετα, η αντικατάσταση των κορεσμένων και trans λιπαρών με τροφές πλούσιες σε ζάχαρη και χαμηλό λίπος τείνουν να αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης καρδιακών παθήσεων, διαβήτη και παχυσαρκίας.
Οι τροφές μας πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο κοντά στη φυσική τους κατάσταση, καθώς τότε έχουν υψηλή θρεπτική αξία. Μόνο έτσι τροφοδοτούμε τον οργανισμό μας με τα απαραίτητα συστατικά που χρειάζεται για να λειτουργήσει σωστά χωρίς να τον επιβαρύνουμε με χημικά πρόσθετα.
Βάλτε περισσότερα φρούτα και λαχανικά στο πιάτο σας. Τρώτε περισσότερους ξηρούς καρπούς, όσπρια, δημητριακά ολικής αλέσεως, πατάτες, πλιγούρι και άγριο ρύζι. Το κόκκινο κρέας και ειδικά τα επεξεργασμένα προϊόντα του, όπως το μπέικον και το σαλάμι, δεν θα πρέπει βρίσκονται στο κύριο μενού σας αλλά μπορείτε να το απολαύσετε σε μικρές ποσότητες και από λίγο κάθε φορά.
Η επιλογή είναι δική σας.