Η παντοδυναμία των ορμονών

new28_9893325a_s.jpg
Το σκύλο μου τον λένε Snoopy. Τα προσφιλή του όμως χαϊδευτικά είναι: «γαϊδούρι» και «κροκόδειλος» που χρησιμοποιούνται κατά κόρο, ανάλογα με τη συμπεριφορά του και τις ασχολίες της στιγμής. Δεν έχει να παρουσιάσει τίποτε περγαμηνές ανώτερης ή αριστοκρατικής ράτσας, παρά μόνο το γεγονός ότι η μάνα του ήταν griffon και πατέρας του μαντρόσκυλο, της κατηγορίας του αλήτη κοπρόσκυλου.

Παρά ταύτα, ο ίδιος ζυγίζει κάπου 23 κιλά, έχει ένα τρίχωμα που θα το ζήλευε και η πολική αρκούδα, και μια θυσανωτή ουρά που διαγράφει ένα τόξο γύρω στις 250 μοίρες πάνω από το πίσω μέρος της ράχης του. Και τα χρώματα είναι το κάτι άλλο! Λευκό φόντο, με διάσπαρτες μεγάλες περιοχές από ανοιχτό καστανό ως και καστανόμαυρο προς το μαύρο, που εκεί στη μούρη του προσδίδουν μια ιδιαίτερα έξυπνη και χαριτωμένη σκυλίσια φυσιογνωμία, που τον καθιστά εξαιρετικά συμπαθή και αγαπητό σε όλους γνωστούς και άγνωστους! Είναι, κατά κοινή ομολογία, ένα όμορφο σκυλί.

Και έξυπνο. Είναι γεγονός ότι οι κινητικοί νευρομυοανατομικοί του μηχανισμοί είναι αμιγώς σκυλίσιοι, και κατά συνέπεια, δεν μπορεί να χρησιμοποιεί τον έναρθρο λόγο. Εντούτοις, μπορεί και εκφράζει τα διανοήματα, τις επιθυμίες, τις σκέψεις και τα συναισθήματά του φωνητικά, με γαυγίσματα και γρυλίσματα, τα οποία διαμορφώνει κατά ποικίλους τρόπους, τόνους, αλληλουχία και διάρκεια, ώστε να γίνεται πλήρως και σαφώς αντιληπτός πολύ καλύτερα από πάρα πολλούς φοιτητές μου στο Πανεπιστήμιο! Εξάλλου, είναι βέβαιο ότι αντιλαμβάνεται πολύ καλά την Ελληνική γλώσσα, δεδομένου ότι κατανοεί ένα λεξιλόγιο από περίπου 200 λέξεις, ονόματα και εκφράσεις, που υπερέχει κατά πολύ, τόσο ποσοτικά όσο και εννοιολογικά, από το λεξιλόγιο που γίνεται κατανοητό από τον μέσο απόφοιτο δημόσιου λυκείου μας, που είχε την ευτυχία να μάθει γράμματα με το σύστημα που εφαρμόζεται μετά την Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση!

Κάθε φορά που βγαίνουμε για τη «βόλτα» μας, οριοθετεί με μεγίστη επιμέλεια, αλλά και φανατισμό, την επικράτεια που θεωρεί ότι του ανήκει, σε ολόκληρη τη γειτονιά, με το γνωστό τρόπο της ουροσήμανσης. Όταν δε τυχαίνει, όπως συμβαίνει συχνά, να συναντηθεί με έτερον εκπρόσωπο του είδους, που να ασχολείται με την οριοθέτηση της δικής του περιοχής, επιμένει να καλύπτει τελευταίος όλα τα οσμηρά σήματα του άλλου, με τον οποίο είναι διατεθειμένος να καταλήξει σε σκυλοκαβγά, μέχρι την επικράτηση του δικαίου και των δικαιωμάτων του ισχυρότερου!

Είναι βλέπετε γένους αρσενικού! Κάπου, μέσα στον εγκέφαλό του, υπάρχουν τα νευρικά εκείνα κυκλώματα που, κατά ποικίλους τρόπους, λειτουργούν για την ταξινόμηση, την αρχειοθέτηση και την αξιολόγηση των πληροφοριακών στοιχείων που προέρχονται από τα αισθητήρια, με γνώμονα την αρσενική θεώρηση του κόσμου, και την προσαρμογή της κινητικής και βιολειτουργικής συμπεριφοράς μέσα στα πλαίσια της αρσενικής κοσμοθεωρίας. Μέσα στα πολύπλοκα αυτά βιολειτουργικά κυκλώματα, προέχουσα θέση κατέχουν τα διάφορα ανδρογόνα, με προεξάρχουσα την ορμόνη τεστοστερόνη.

Η Dolly είναι μια σκυλίτσα με εξυπνότατη φυσιογνωμία και αλεπουδίσια μούρη και κορμοστασιά, με ένα κανελί τρίχωμα, που τη συναντάμε καμιά φορά κατά τις βόλτες μας στο πάρκο και τους δρόμους της γειτονιάς. Ευκίνητη και αεικίνητη σαν μπαλαρίνα, μεταμορφώνεται σε πραγματικό ανεμοστρόβιλο κάθε φορά που συναντάται με το Snoopy. Τρέχει απ εδώ, τρέχει απ εκεί, γαβγίζει χαρούμενα, γρυλίζει ναζιάρικα, μπερδεύεται στα πόδια μας, φεύγει και ξανάρχεται, κάνει τούμπες στο γρασίδι, κάνει ό,τι μπορεί για ελκύσει την προσοχή και το ενδιαφέρον. Είναι όλο χαρά, χάρη και νάζι!

Είναι, βλέπετε, γένους θηλυκού!

Μέσα στο αίμα της κυκλοφορούνται τα οιστρογόνα και μέσα στο μυαλουδάκι της όλος ο κόσμος και τα πλάσματα που τον κατοικούν θεωρούνται από μια διαφορετική σκοπιά, το θηλυκό μάτι και τη θηλυκιά οσφρητική συσκευή, και αξιολογούνται με βάση τη θηλυκή κοσμοθεωρία της γενιάς των σκύλων! Οι ανθρώπινες θεωρίες περί ομοιότητας και ισότητας των δυο φύλων ευτυχώς δεν βρέθηκε ακόμα τρόπος να κοινολογηθούν και στα τετράποδα! Τη γενιά των σκύλων δεν τη συνεπήρε ακόμα ο άνεμος του φεμινισμού!

Στον άνθρωπο, ένα από τα σημαντικότερα ορμονικά συστήματα που επηρεάζουν κατά καίριο τρόπο, όχι μόνο την ανατομική κατασκευή του σώματος, αλλά και το μεταβολισμό και τη λειτουργία διαφόρων ιστών, οργάνων και συστημάτων, καθώς και τη ψυχολογία και τη συμπεριφορά του ατόμου, είναι εκείνο των γεννητικών ορμονών. Ιδιαίτερα στη γυναίκα, το σύστημα των γεννητικών ορμονών παρουσιάζει μέγιστο ενδιαφέρον, γιατί με κεντρικό άξονα αυτό το σύστημα, οικοδομείται, αλλά και περιστρέφεται γύρω του, τόσο η βιολογική υπόσταση της γυναίκας, όσο και η ψυχοσύνθεση και η ψυχολογία της συμπεριφοράς της ως μονάδας μέσα στον περίγυρό της και, γενικότερα, μέσα στο κοινωνικό σύνολο.

Το σύστημα είναι εξαιρετικά πολύπλοκο, τα δε διάφορα τμήματά του εμφανίζουν μεταξύ τους αλληλοσυσχετίσεις και αλληλεπιδράσεις, ώστε, και σήμερα ακόμα, με τα τόσα πολλά που ξέρουμε για τη λειτουργία του, εξακολουθούν να υπάρχουν κενά και μυστήρια! Για την απλούστευση όμως του πράγματος, έτσι ώστε να μπορέσει να γίνει κατανοητό από τον μη ειδικό αναγνώστη, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτό διακρίνεται σε τρία ανατομικά και λειτουργικά επίπεδα:

ΕΠΙΠΕΔΟ Α: Ο υποθάλαμος του εγκεφάλου. Εκεί βρίσκεται το επιτελείο από το οποίο κατευθύνονται όλες σχεδόν οι επιμέρους λειτουργίες του συστήματος. Η κατεύθυνση αυτή σχεδιάζεται με βάση στοιχεία, που μπορούν να διακρίνονται σε δυο μεγάλες κατηγορίες;:

α) Στερεότυπα στοιχεία, που βρίσκονται ενσωματωμένα μέσα στα νευραδικά κυκλώματα αυτών των κέντρων, και τα οποία προσδιορίζονται από το γενετικό υλικό του ατόμου, και

β) Πληροφοριακά στοιχεία, τα οποία προέρχονται από τις ωοθήκες, τα λοιπά γεννητικά όργανα, αλλά και από όλα τα αισθητήρια και διάφορα άλλα τμήματα του εγκεφάλου.

Αυτά τα στοιχεία φτάνουν στα κέντρα του εγκεφάλου με τη μορφή ορμονών, είτε και ως νευρικά σήματα, και επενεργούν σε αυτά τα κέντρα κατά τρόπο περίπλοκο, με τελικό αποτέλεσμα την τροποποίηση των λειτουργιών τους, ανάλογα με τις περιστάσεις.

Τελικά, τα επιτελικά αυτά κέντρα εξασκούν τις επιδράσεις τους στο όλο σύστημα με εντολές που αποστέλλουν στο δεύτερο επίπεδο του συστήματος, δηλαδή στον πρόσθιο λοβό της υπόφυσης. Οι εντολές αυτές δίδονται στην υπόφυση με τη μορφή ορμονών (που ονομάζονται και εκλυτικοί και ανασταλτικοί υποθαλαμικοί παράγοντες). Δηλαδή, από τα επιτελικά κέντρα του υποθαλάμου παράγονται διάφορες ουσίες που παραλαμβάνονται από το αίμα που διέρχεται μέσα από τα αιμοφόρα αγγεία αυτού του τμήματος του εγκεφάλου. Στη συνέχεια, αυτό το αίμα φέρεται με αιμοφόρα αγγεία του μίσχου της υπόφυσης προς τον πρόσθιο λοβό της υπόφυσης, όπου αυτές οι ουσίες μπορούν να επιδρούν πάνω στα ειδικά εκκριτικά κύτταρα της υπόφυσης και να προκαλούν την αύξηση ή και την ελάττωση της έκκρισης των ορμονών τους.

ΕΠΙΠΕΔΟ Β: Ο πρόσθιος λοβός της υπόφυσης. Η υπόφυση είναι ένας ενδοκρινής αδένας, που βρίσκεται μέσα σε ένα μικρό βοθρίο, στη βάση του εγκεφάλου, λίγα εκατοστόμετρα σε ευθεία γραμμή, πίσω από τη ρίζα της μύτης. Μέσα στη υπόφυση υπάρχουν πολλών ειδών ενδοκρινικά κύτταρα, και από το κάθε είδος αυτών των κυττάρων εκκρίνεται μια συγκεκριμένη ορμόνη, που στις περισσότερες περιπτώσεις έχει σαν στόχο κάποιον άλλο ενδοκρινή αδένα του σώματος. Γι αυτό το λόγο, παλαιότερα, η υπόφυση είχε χαρακτηρισθεί σαν ο μαέστρος που διευθύνει την ορχήστρα, που αποτελείται από όλους τους άλλους ενδοκρινείς αδένες του σώματος. Η άποψη αυτή δεν φαίνεται να είναι απόλυτα σωστή, μπορεί όμως να λεχθεί ότι εκφράζει, με αρκετά μεγάλη ακρίβεια, το ρόλο του πρόσθιου λοβού της υπόφυσης όσον αφορά το σύστημα των γεννητικών ορμονών.

Με τις εντολές του υποθαλάμου, η υπόφυση εκκρίνει (ή και σταματά να εκκρίνει) ορισμένες ορμόνες, οι οποίες παραλαμβάνονται από το αίμα, και κυκλοφορούνται σε ολόκληρο το σώμα. Ο κύριος όμως στόχος αυτών των ορμονών είναι ορισμένα ειδικά κύτταρα που βρίσκονται στις ωοθήκες. Από αυτά τα κύτταρα, με ερέθισμα που εξασκείται από τις ορμόνες που προέρχονται από την υπόφυση, τελικά εκκρίνονται οι γεννητικές ορμόνες.

ΕΠΙΠΕΔΟ Γ: Οι ωοθήκες. Αποτελούν το τρίτο ανατομικό λειτουργικό επίπεδο του συστήματος των γεννητικών ορμονών. .Από αυτές, με ερέθισμα τις ορμόνες που προέρχονται από την υπόφυση, εκκρίνονται οι καθεαυτό γεννητικές ορμόνες, που εξασκούν την επίδρασή τους σε ολόκληρο το σώμα, καθώς και στη ψυχική σφαίρα της γυναίκας. Οι ορμόνες αυτές είναι:

α) τα οιστρογόνα, με κύριο εκπρόσωπο την οιστραδιόλη, και

β) η προγεστερόνη.

Η έκκριση των οιστρογόνων και της προγεστερόνης εμφανίζει μια σαφή, χαρακτηριστική περιοδικότητα, η οποία καθορίζεται, κατά κύριο λόγο, από την ενδογενή περιοδικότητα που χαρακτηρίζει το πρώτο επίπεδο του συστήματος, δηλαδή το επιτελικό κέντρο του υποθαλάμου. Ο κάθε κύκλος αυτής της περιοδικότητας διαρκεί, κατά μέσο όρο, 28 μέρες.

Έτσι, η έκκριση των οιστρογόνων αρχίζει να αυξάνεται με βραδύ ρυθμό, από την πρώτη μέρα της εμμηνορρυσίας, και εμφανίζει μεγάλη επιτάχυνση από τη 10η ως και τη 14η μέρα, ενώ από αυτή τη μέρα, ως και τη 18η μέρα, παρατηρείται απότομη ελάττωση. Ακολουθεί μια μικρή αύξηση ως τη 25η μέρα, και στη συνέχεια μεγάλη μείωση ως την 28η μέρα.

Εξάλλου, η έκκριση της προγεστερόνης διατηρείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα από την 1η ως τη 15η μέρα του εμμηνορρυσιακού κύκλου, και στη συνέχεια αυξάνεται απότομα και διατηρείται αυξημένη μέχρι τη 28η μέρα του κύκλου.

Όσον αφορά τις επιδράσεις αυτών των ορμονών, αυτές είναι πολλαπλές. Και πρώτα:

Α. Τα οιστρογόνα:

1. Επιδρούν στα γεννητικά όργανα, και συγκεκριμένα στις ωοθήκες, στη μήτρα, στον κόλπο, στον τράχηλο τα μήτρας, καθώς και στους μαστούς. Οι επιδράσεις αυτές, εκτός από την επίδραση στους μαστούς, έχουν σαν στόχο την ανάπτυξη και την προετοιμασία αυτών των οργάνων για τη γονιμοποίηση ωαρίου και την επακόλουθη κύηση.

2. Επιδρούν στα οστά και προάγουν τη δραστηριοποίηση των κυττάρων εκείνων που ονομάζονται οστεοβλάστες, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη του οργανικού υποστρώματος των οστών και την εναπόθεση αλάτων ασβεστίου. Με αυτή την επίδραση όμως αναστέλλεται και η περαιτέρω ανάπτυξη των επιμήκων (μακρών) οστών, με αποτέλεσμα το τελικό ανάστημα στη γυναίκα να εξαρτάται, κατά ένα μεγάλο μέρος, από την ηλικία της εμμηναρχής, δηλαδή από το πότε η γυναίκα άρχισε να έχει εμμηνορρυσία. Εάν η εμμηναρχή εμφανισθεί πρώιμα, σε μικρή ηλικία, το ανάστημα παραμένει βραχύ, ενώ σε περιπτώσεις καθυστέρησης της εμμηναρχής, το ανάστημα είναι μεγαλύτερο.

3. Προκαλούν την εναπόθεση υποδόριου λίπους σε ολόκληρο το σώμα, και ιδιαίτερα στους μαστούς, στους γλουτούς, και στους μηρούς. Με αυτό τον τρόπο, το ειδικό βάρος του σώματος στη γυναίκα είναι μικρότερο σε σύγκριση με τον άνδρα, εξαιτίας της μεγαλύτερης περιεκτικότητας σε λίπος: Γι αυτό το λόγο η γυναίκα επιπλέει ευκολότερα στο νερό!

4. Ασκούν πάρα πολλές μεταβολικές επιδράσεις σε πολλούς ιστούς και όργανα του σώματος, μερικές από τις οποίες είναι οι ακόλουθες:

α) Αυξάνουν πολλά από τα ειδικά λευκώματα του πλάσματος, όπως είναι οι σφαιρίνες που μεταφέρουν τη βιταμίνη Α, σίδηρο, χαλκό, καθώς και άλλα λευκώματα που έχουν σχέση με το μηχανισμό της πήξης του αίματος.

β) Προκαλούν ελάττωση της χοληστερόλης του πλάσματος και αύξηση των λιποπρωτεϊνών υψηλής πυκνότητας (HDL), και των τριγλυκεριδίων. Με αυτό τον τρόπο παρέχεται στη γυναίκα υψηλή προστασία έναντι της αρτηριοσκλήρωσης και της στεφανιαίας νόσου.

γ) Περιορίζουν τη λειτουργία των σμηγματογόνων αδένων του δέρματος, προσδίδουν στο δέρμα λεπτότητα και απαλότητα, διατηρούν το τρίχωμα σε ολόκληρο το σώμα αραιό και πάρα πολύ λεπτό, προσδίδουν δε ιδιάζουσα στη γυναίκα κατανομή του τριχώματος στο εφήβαιο.

δ) Επιδρούν στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα και εξασκούν πλήθος επιδράσεων που έχουν άμεση σχέση με τη γενετήσια και γενικότερα με την κοινωνική συμπεριφορά της γυναίκας, επιπρόσθετα δε επιδρούν και ως αντικαταθλιπτικά!

Β. Η προγεστερόνη:

1) Εξασκεί ειδικές επιδράσεις στα γεννητικά όργανα, και συγκεκριμένα στη μήτρα και στον κόλπο, καθώς και στους μαστούς. Γενικά, μπορεί να λεχθεί ότι η κύρια λειτουργία της προγεστερόνης είναι η προετοιμασία της γεννητικής οδού για την εγκατάσταση του κυήματος μέσα στη μήτρα και την κανονική του ανάπτυξη κατά τη διάρκεια της κύησης.

2) Εξασκεί πολλαπλές μεταβολικές επιδράσεις που έχουν σχέση με το μεταβολισμό του λευκώματος, τη λειτουργία των νεφρών και διαφόρων άλλων ορμονικών συστημάτων.

3) Στο κεντρικό νευρικό σύστημα επιδρά κατά περίπλοκο τρόπο, και σε πάρα πολλές περιπτώσεις προκαλεί διαταραχές στη συμπεριφορά, καθώς και καταθλιπτικές καταστάσεις.

Από όλες τις επιδράσεις των γεννητικών ορμονών, θα μας απασχολήσει εδώ η επίδραση των οιστρογόνων στα οστά. Αυτό γίνεται γιατί αυτή η επίδραση είναι απαραίτητη για τη διατήρηση των οστών στη γυναίκα σε καλή ανατομική και λειτουργική κατάσταση, όταν δε τα οιστρογόνα παύουν να εκκρίνονται, όπως συμβαίνει μετά την εμμηνόπαυση, η απώλεια οστικής μάζας επιταχύνεται, πολλές φορές σε μεγάλο βαθμό, ώστε να δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα στην ασθενή. Φτάνουμε δηλαδή στην κατάσταση που ονομάζουμε οστεοπόρωση. Σε αυτή, τόσο το οργανικό υπόστρωμα όσο και τα ανόργανα άλατα των οστών είναι ελαττωμένα, δηλαδή έχουμε μια ελάττωση της ολικής μάζας όλων των οστών του σώματος και ιδιαίτερα των σπονδύλων και των οστών της λεκάνης.

Το αποτέλεσμα είναι πόνοι στην πλάτη (ραχιαλγία) και ελάττωση του ύψους του σώματος από σύμπτωση των σπονδύλων, καθώς και αυτόματα κατάγματα, δηλαδή κατάγματα με ελάχιστη μόνο επίδραση μηχανικής επιβάρυνσης του οστού, όπως του αυχένα της κεφαλής του μηριαίου οστού, των πλευρών, της κερκίδας και άλλων οστών του σώματος.

Η οστεοπόρωση είναι νόσος που, συνήθως, εμφανίζεται από τη μέση ηλικία και πέρα, είναι συνηθέστερη στη γυναίκα σε σύγκριση με τον άνδρα, επειδή δε έχει μεγάλη συσχέτιση με την απουσία της επίδρασης των οιστρογόνων στον οργανισμό, συχνά χαρακτηρίζεται και ως «μετεμμηνοπαυσιακή» οστεοπόρωση. Για να γίνει καταληπτός ο μηχανισμός της οστεοπόρωσης, πρέπει, σε γενικές γραμμές, να εκτεθεί η φυσιολογία της ανάπτυξης και της διατήρησης των οστών σε άρτια ανατομική και λειτουργική κατάσταση.

Τα οστά αναπτύσσονται από την καταβολή τους στην εμβρυϊκή ηλικία και ύστερα με συνεχή παραγωγή από τα οστικά κύτταρα μιας θεμέλιας ουσίας (ειδικά λευκώματα), μέσα στην οποία εναποτίθενται κυρίως άλατα ασβεστίου. Επειδή όμως το σχήμα, το μέγεθος και, γενικότερα η μορφή των οστών πρέπει, κατά την ανάπτυξη του σώματος να υφίστανται συνεχή αναδιαμόρφωση, στα οστά επιτελείται μια συνεχής απορρόφηση ή αποδόμηση του οστίτη ιστού (από ειδικά κύτταρα που ονομάζονται οστεοκλάστες) και, παράλληλα, μια συνεχής εναπόθεση νεοπαραγόμενου οστού (από ειδικά κύτταρα που ονομάζονται οστεοβλάστες).

Κατά την ανάπτυξη του σώματος, και μέχρι περίπου την ηλικία των 24 ετών, η δραστηριότητα των οστεοβλαστών υπερέχει εκείνης των οστεοκλαστών, με αποτέλεσμα τη συνεχή αύξηση της ολικής οστικής μάζας στο σώμα. Από την ηλικία όμως αυτή και ύστερα, αυτή η σχέση αρχίζει βαθμιαία να ανατρέπεται, με αποτέλεσμα να πραγματοποιείται μια προοδευτική συρρίκνωση της ολικής οστικής μάζας του σώματος. Αυτή η συρρίκνωση προσλαμβάνει ταχύτερο ρυθμό στη γυναίκα μετά την εμμηνόπαυση, γιατί από την εμμηνόπαυση και ύστερα παύουν να κυκλοφορούνται στο αίμα τα οιστρογόνα, τα οποία φυσιολογικά εξασκούν μια πολύ σημαντική διεγερτική επίδραση στους οστεοβλάστες. Αυτός είναι και ο βασικότερος λόγος για τον οποίο η οστεοπόρωση είναι συνηθέστερη στη γυναίκα σε σύγκριση με τον άνδρα.

Από τα παραπάνω μπορούν να αντλούνται και ορισμένα συμπεράσματα όσον αφορά τους τρόπους με τους οποίους είναι δυνατή η προφύλαξη, είτε και ο περιορισμός της βαρύτητας της οστεοπόρωσης:

1. Όσο μεγαλύτερη είναι η οστική μάζα όταν αυτή φτάσει στο ζενίθ της, δηλαδή κατά την ηλικία των 24 περίπου ετών, τόσο βραδύτερα αυτή θα ελαττωθεί στα μετέπειτα χρόνια, μέχρι του σημείου ώστε να μιλάμε για οστεοπόρωση. Πως όμως μπορεί να επιτευχθεί αυτός ο στόχος;

α) Με την κατάλληλη διατροφή κατά τη νεαρή ηλικία, και συγκεκριμένα με την επαρκή πρόσληψη λευκώματος, ασβεστίου και άλλων ανόργανων αλάτων, βιταμίνης C, και επαρκούς, άλλα ΟΧΙ περίσσειας, βιταμίνης D. Αυτά βέβαια επιτυγχάνονται κυρίως με τη συστηματική πρόσληψη γάλακτος, ή και προϊόντων γάλακτος, υπό τον όρο ότι, μετά την ηλικία των 6 μηνών, αυτό το γάλα καλό θα ήταν να είναι ημιαποβουτυρωμένο, μετά δε την ηλικία των 2-3 ετών, να είναι πλήρως αποβουτυρωμένο! Η πρόσληψη, βέβαια, επαρκούς λευκώματος και ασβεστίου πρέπει να συνεχίζεται και στην υπόλοιπη διάρκεια της ζωής για τη διατήρηση των οστών σε όσο το δυνατό καλύτερη ανατομική και λειτουργική κατάσταση. Σημειώνεται ότι τροφές με μεγάλη περιεκτικότητα σε ασβέστιο, εκτός από το γάλα και τα προϊόντα του, είναι και τα φυλλώδη λαχανικά, καθώς και οι σαρδέλες κονσέρβα, που τρώγονται μαζί με τα κόκαλά τους.

β) Επαρκής σωματική άσκηση κατά την περίοδο της ανάπτυξης του σώματος και, για τη διατήρηση των κεκτημένων, η συνέχισή της και κατά τον υπόλοιπο βίο! Πράγματι, η εξάσκηση δυνάμεων έλξης και συμπίεσης στα οστά αποτελεί το κατεξοχήν φυσιολογικό ερέθισμα για την ανάπτυξη των οστών και την αύξηση της οστικής μάζας, καθώς και για τη διατήρησή της για όσο το δυνατόν μακρύτερο χρονικό διάστημα.

2. Μετά την εμμηνόπαυση, η όσο το δυνατόν επιβράδυνση της απώλειας οστικής μάζας επιχειρείται με τους δυο τρόπους που περιγράφονται παραπάνω, δηλαδή με την επαρκή και κατάλληλη διατροφή, καθώς και με τη σωματική άσκηση και, επιπρόσθετα, με τη συμπληρωματική χορήγηση οιστρογόνων, είτε και μίγματος οιστρογόνων και προγεστερόνης. Η χορήγηση όμως των ορμονών αυτών πρέπει να γίνεται πάντοτε μόνο υπό την επίβλεψη εξειδικευμένου γιατρού, και με απόλυτη συμμόρφωση προς τις οδηγίες του, γιατί η μέθοδος δεν στερείται κινδύνων, που πολλές φορές είναι αρκετά σοβαροί και δεν είναι καθόλου εύκολο αυτοί οι κίνδυνοι να σταθμίζονται και να αξιολογούνται από μόνη την ασθενή και το περιβάλλον της.

Βέβαια, ο ασφαλέστερος τρόπος για να αποφύγετε την οστεοπόρωση είναι να διαλέξετε, με μεγάλη προσοχή, τους προγόνους σας, για τουλάχιστο τις τρεις προηγούμενες γενιές! Επειδή όμως αυτός ο τρόπος είναι μάλλον ανέφικτος, καλό είναι να ακολουθήσετε τις παραπάνω υποδείξεις, η πιστή εφαρμογή των οποίων είναι δυνατό να αποτρέψει κατά το δυνατό τη νόσο ή και να βελτιώσει την κατάσταση.

Ιωάννης Χατζημηνάς

Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ιατρική Σχολή