Υπέρταση: Παράγοντες που επηρεάζουν, συμπτώματα, θεραπεία

new28_3369276a_m.jpg
Η υπέρταση ή αλλιώς η υψηλή αρτηριακή πίεση είναι μια κατάσταση κατά την οποία η πίεση του αίματος είναι χρόνια υψηλή. Η υπέρταση μπορεί να χαρακτηριστεί σαν 1ου ή 2ου βαθμού. H βασική ή αλλιώς η υπέρταση 1ου βαθμού υποδηλώνει ότι δεν υπάρχει συγκεκριμένη ιατρική αιτία για να εξηγήσει την κατάσταση ενός ασθενή.

Αντίθετα η υπέρταση 2ου βαθμού υποδηλώνει ότι είναι ένα αποτέλεσμα (δευτερεύον) μία άλλη κατάσταση, όπως η νεφροπάθεια ή συγκεκριμένοι όγκοι (ιδιαίτερα του επινεφριδίου). Η επίμονη υπέρταση μπορεί να προκαλέσει εγκεφαλικό, καρδιακό επεισόδιο, καρδιακή ανεπάρκεια (συγκοπή) και αρτηριακό ανεύρυσμα, και είναι μία από τις αιτίες που οδηγεί σε χρόνια νεφρική ανεπάρκεια. Ακόμη και η μέτρια αύξηση της αρτηριακής πίεσης οδηγεί στο να μικρύνει το όριο ηλικίας. Σε πολύ υψηλές πιέσεις, χαρακτηρίζεται σαν μεσαίες αρτηριακές πιέσεις 50% ή και περισσότερο από τον μέσο όρο, ένα άτομο μπορεί να ζήσει όχι περισσότερο από μερικά χρόνια εκτός αν ακολουθήσει κατάλληλη θεραπεία.

Η υπέρταση παρουσιάζεται όταν η συστολική πίεση του αίματος ενός ατόμου είναι συχνά 140 mmHg ή και περισσότερο, και/ή όταν η διαστολική πίεση του αίματος είναι συχνά 90 mmHg ή και περισσότερο. Πρόσφατα η 7η Αναφορά της Ένωσης της Εθνικής Επιτροπής για την Πρόληψη, τον Εντοπισμό, την Αξιολόγηση, και την Θεραπεία της υπέρτασης (2003) οριοθέτησε την πίεση του αίματος 120/80 mmHg με 139/89 mmHg σαν “προ-υπέρταση”. Η προ-υπέρταση δεν ανήκει στην κατηγορία της ασθένειας, αντιθέτως, είναι μια ονομασία η οποία προσδιορίζει τα άτομα με υψηλό ρίσκο στο να αναπτύξουν υπέρταση. Η πίεση του αίματος είναι “φυσιολογική αν είναι χαμηλότερη από 120/80″ αλλά ορισμένα δεδομένα δείχνουν ότι 115/75 mm Hg πρέπει να είναι το χρυσό πρότυπο.” Σε ασθενείς που πάσχουν από διαβήτη ή νεφροπάθεια έρευνες έχουν δείξει ότι η πίεση του αίματος πάνω από 130/80 mmHg πρέπει να θεωρείτε ως υψηλή και χρειάζεται εκτεταμένη θεραπεία.

Παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη της υπέρτασης 1ου βαθμού

Παρόλο που δεν υπάρχει συγκεκριμένη ιατρική αιτία που να προσδιορίζεται στην υπέρταση 1ου βαθμού, που είναι και η ποιό διαδεδομένη μορφή, πολλοί παράγοντες μπορεί να συνεισφέρουν στην αύξηση της πίεσης του αίματος, οι οποίοι περιλαμβάνουν ευαισθησία στο αλάτι, ομοιόσταση της renin, ανθεκτικότητα στην ινσουλίνη, γενετική και την ηλικία.

Ευαισθησία στο αλάτι: Το αλάτι είναι ένας εξωτερικός παράγοντας ο οποίος επηρεάζει κατά πολύ την υπέρταση. Περίπου το 60% των ατόμων που πάσχουν από υπέρταση πρώτου βαθμού κάνουν αυξημένη χρήση αλατιού στην διατροφή τους.

Αυτό οφείλεται στο ότι αυξημένες ποσότητες αλατιού στην κυκλοφορία του αίματος ενός ατόμου προκαλεί απελευθέρωση νερού από τα κύτταρα (λόγω της οσμωτικής πίεσης) για να ισοσταθμιστεί η κλίση της συγκέντρωσης του αλατιού ανάμεσα στα κύτταρα και στην κυκλοφορία του αίματος, αυξάνοντας την πίεση στα τοιχώματα των αιμοφόρων αγγείων.

Οι επιπτώσεις που θα ακολουθήσουν καταναλώνοντας αυξημένες ποσότητες αλατιού εξαρτώνται από την ποσότητα του αλατιού που καταναλώνει ένα άτομο καθώς και των αλμυρών τροφίμων που επίσης καταναλώνει σε μία συγκεκριμένη στιγμή σε συνάρτηση με τη λειτουργία των νεφρών του.

Όταν το αλάτι στο αίμα είναι αυξημένο, τότε προσελκύεται νερό γύρω στα κύτταρα (στους μύες και στα όργανα) και μέσα στο αίμα με σκοπό να αραιώσει την αλμυρότητα του αίματος. Υπάρχει αλάτι σαν νάτριο έξω από κάθε κύτταρο στο ανθρώπινο σώμα. Όταν το περιεχόμενο αλατιού του υγρού γύρω από τα κύτταρα ανεβαίνει, τότε προσελκύει το νερό από το αίμα σαν αποτέλεσμα να δημιουργείται οίδημα. Τα νεφρά είναι υπεύθυνα στο να ελέγχουν το αλάτι καθώς και το νερό του σώματος.

Όταν τα επίπεδα του αλατιού και του νερού αυξάνονται γύρω από τα κύτταρα, η υπέρβαση του ορίου αυτού φαίνεται μέσα στο αίμα, το οποίο φιλτράρεται από τα νεφρά. Τα νεφρά μεταφέρουν αυτή την περίσσεια αλατιού και νερού από το αίμα, τα οποία εκκρίνονται μέσω των ούρων.

Όταν τα νεφρά δεν λειτουργούν ομαλά, τότε παρατηρείται αύξηση υγρού γύρω από τα κύτταρα και μέσα στο αίμα. Η καρδιά είναι η αντλία η οποία ωθεί το αίμα στο υπόλοιπο σώμα. Εάν υπάρχει περισσότερο υγρό μέσα στο αίμα, η καρδιά πρέπει να δουλέψει περισσότερο σαν αποτέλεσμα η πίεση του αίματος να ανεβαίνει επειδή υπάρχει περισσότερη πίεση στα τοιχώματα των αιμοφόρων αγγείων. Σαν αποτέλεσμα η καρδιά να γίνεται ποιό αδύναμη λόγω της αυξημένης εργασίας που έχει κάνει. Το αλάτι κατηγορείται για το ότι αυξάνει την πίεση του αίματος, όμως λίγο ασβέστιο ή κάλιο επηρεάζουν επίσης την πίεση του αίματος.

Ο ρόλος της renin: Η renin είναι ένα ένζυμο το οποίο εκκρίνεται από τα νεφρά και συνδέεται με την aldosterone σε ένα αρνητικό ενδοκολπικό διάφραγμα. Η αλληλουχία της δράσης της renin παρατηρείται ποιό έντονα σε υπερτασικά άτομα από ότι σε άτομα με κανονική πίεση αίματος. Κατά συνέπεια, ορισμένοι υπερτασικοί ασθενείς να καθορίζονται με χαμηλή renin και άλλοι να έχουν υπέρταση πρώτου βαθμού. Χαμηλή renin υπέρταση είναι περισσότερο κοινή στους Αφροαμερικανούς από ότι στα υπόλοιπα έθνη και έτσι εξηγείται γιατί έχουν την τάση να αποκρίνονται καλύτερα στη διουρητική θεραπεία από ότι στα φάρμακα τα οποία παρεμποδίζουν το σύστημα της renin-angiotensin.

Ανθεκτικότητα στην ινσουλίνη: Η ινσουλίνη είναι μία πολυπεπτιδική ορμόνη η οποία εκκρίνεται από το συκώτι. Ο κύριος ρόλος της είναι να ελέγχει τα επίπεδα της γλυκόζης στο σώμα και να δρα ανταγωνιστικά με το γλυκογόνο μέσω των αρνητικών ενδοκολπικών διαφραγμάτων.

Η ινσουλίνη επίσης εκθέτει διασταλτικές ιδιότητες των αιμοφόρων αγγείων. Σε άτομα με κανονική πίεση αίματος, η ινσουλίνη μπορεί να δραστηριοποιηθεί χωρίς να αυξήσει την μέση αρτηριακή πίεση. Εντούτοις, σε περισσότερο ακραίες καταστάσεις όπως στο μεταβολικό σύνδρομο, η αύξηση της δραστηριότητας των νεύρων μπορεί να ελέγχει την διαστολή των αιμοφόρων αγγείων στις επιδράσεις της ινσουλίνης. Η ανθεκτικότητα στην ινσουλίνη και/ή υπερινσουλινεμία είναι υπεύθυνη για την αύξηση της αρτηριακής πίεσης σε ορισμένους ασθενείς με υπέρταση. Αυτό το χαρακτηριστικό είναι πλέον ευρέως διαδεδομένο σαν μέρος του συνδρόμου X, ή αλλιώς του μεταβολικού συνδρόμου.

Αϋπνία: Η αϋπνία είναι μία συχνή, αιτία της υπέρτασης. Που συχνά θεραπεύεται με νυχτερινή ρινική συνεχή θετική airway πίεση, άλλες προσεγγίσεις περιλαμβάνουν την MAS (Mandibular advancement splint), UPPP, αφαίρεση αμυγδαλών, αφαίρεση των αδένων του ρινοφάρυγγα, εγχείριση του ιγμόρειου άντρου ή χάσιμο βάρους.

Γενετική: Η υπέρταση είναι μία από τις ποιό κοινές πολυσύνθετες δυσλειτουργίες, με γενετική κληρονομικότητα κατά μέσο όρο περίπου 30%. Σύμφωνα με στοιχεία από έρευνες σε ζώα καθώς επίσης και σε ανθρώπους. Οι περισσότερες από αυτές τις έρευνες υποστηρίζουν ότι η κληρονομικότητα είναι ίσως πολυδιάστατη ή ότι ένας αριθμός από διαφορετικές γενετικές ατέλειες στους οποίους ο καθένας από αυτούς έχει αυξημένη αρτηριακή πίεση. Περισσότερα από 50 γονίδια έχουν εξεταστεί σε σχετικές μελέτες με την υπέρταση και ο αριθμός ολοένα και αυξάνεται.

Ηλικία: Με το πέρασμα των χρόνων, ο αριθμός των ινών κολλαγόνου στις αρτηρίες και στα αρτηριδιακά τοιχώματα αυξάνεται, κάνοντας τα αιμοφόρα αγγεία δύσκαμπτα. Με μειωμένη ελαστικότητα, μικρότερη μονοδιάστατη περιοχή οδηγείται σε συστολή, σαν αποτέλεσμα να προκαλείται αύξηση της μέσης αρτηριακής πίεσης.

Άλλες αιτίες: Υπάρχουν ορισμένες αμφισβητούμενες ή πρόσκαιρες αιτίες για την υψηλή αρτηριακή πίεση. Οι οποίες δεν έχουν όμως σχέση με την ασθένεια που αποκαλούμε υπέρταση στην οποία υπάρχει ένας εσωτερικός φυσιοπαθολογικός μηχανισμός όπως θα περιγράψουμε παρακάτω.

Παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη της υπέρτασης 2ου βαθμού

Μόνο σε ένα μικρό ποσοστό των ασθενών με υψηλή αρτηριακή πίεση, μπορεί μία συγκεκριμένη αιτία να αναγνωριστεί (σε 90- 95% των περιπτώσεων με υψηλή αρτηριακή πίεση, ο Αμερικανικός Σύνδεσμος Καρδιολογίας υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει αναγνωρίσιμη αιτία). Αυτά τα άτομα ίσως να έχουν μία ενδοκρινική ή νεφρική ανωμαλία η οποία, αν λυθεί, μπορεί να επαναφέρει την πίεση του αίματος σε φυσιολογικές τιμές.

Φάρμακα: Ορισμένα φάρμακα, ιδιαίτερα τα NSAIDS (Motrin/ibuprofen) και τα στεροειδή μπορεί να προκαλέσουν υπέρταση. Το Licorice (Glycyrrhiza glabra) εμποδίζει το ένζυμο 11-hydroxysteroid hydrogenase (καταλύει την αντίδραση της cortisol σε cortison) το οποίο επιτρέπει την cortisol να δραστηριοποιήσει τον Mineralocorticoid Receptor (MR) ο οποίος οδηγεί σε επιπτώσεις ίδιες με του hyperaldosteronism, ο οποίος από μόνος του είναι μία αιτία της υπέρτασης.

Ενδείξεις και συμπτώματα: Ο εντοπισμός της υπέρτασης συνήθως γίνεται τυχαία κατά τη διάρκεια ενός checkup ρουτίνας. Ο μοναδικός τρόπος για τον εντοπισμό της υπέρτασης είναι η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης. Η υπέρταση από μόνη της συνήθως δεν παρουσιάζει συμπτώματα αν και ορισμένοι ασθενείς αναφέρουν ότι έχουν πονοκεφάλους, κόπωση, ζαλάδες, θολή όραση, αναψοκοκκίνισμα ή εμβοή (δηλ. βούισμα των αφτιών). Η κακοήθης υπέρταση (ή αναπτυγμένη υπέρταση) είναι ευδιάκριτη σαν μια τελική φάση στην κατάσταση, και μπορεί να παρουσιαστεί με πονοκεφάλους, θολή όραση και end-organ ζημιά. Η υπέρταση συχνά εμπλέκεται με νοητική υπερένταση, άγχος και νευρικότητα. ενώ η χρόνια νευρικότητα και/ή οξυθυμία συνδέεται με ανεπαρκή επακόλουθα σε άτομα με υπέρταση, τα οποία μόνα τους δεν αποτελούν αιτία της. Η αναπτυγμένη υπέρταση συνδέεται με υπνηλία, σύγχυση , ενοχλήσεις στην όραση, ναυτία και εμετό (υπερτασική εγκεφαλοπάθεια).

Επιπλοκές: Ενώ η αυξημένη αρτηριακή πίεση από μόνη της δεν αποτελεί ασθένεια, συχνά απαιτεί θεραπεία λόγω των μικρών και μεγάλων επιπλοκών που μπορεί να προκαλέσει στον οργανισμό. Ο κίνδυνος αυξάνεται για: Αγγειακό εγκεφαλονωτιαίο ατύχημα (CVAs ή εγκεφαλικό),Έμφραγμα του μυοκαρδίου (καρδιακή προσβολή), Καρδιακή ανεπάρκεια λόγω της χρόνιας υψηλής αρτηριακής πίεσης, Υπερτασική πάθηση του αμφιβληστροειδούς – φθορά του αμφιβληστροειδή του ματιού, Υπερτασική νεφροπάθεια, χρόνια νεφροπάθεια λόγω της χρόνιας υψηλής πίεσης.

Εγκυμοσύνη: Αν και αρκετές γυναίκες σε κυοφορούσα ηλικία έχουν υψηλή πίεση αίματος, πάνω από το 10% αναπτύσσουν υπέρταση της εγκυμοσύνης. Ενώ γενικά είναι καλοήθης, μπορεί να προαναγγέλλει τρεις επιπλοκές στην εγκυμοσύνη: την προ-εκλαμψία, το σύνδρομο HELLP και την εκλαμψία. Σε αυτές τις περιπτώσεις η ρύθμιση με φάρμακα είναι συχνά απαραίτητη.

Παιδιά και έφηβοι: Όπως και στους ενήλικες, η αρτηριακή πίεση είναι μία ευμετάβλητη παράμετρος στα παιδιά. Διαφέρει από άτομο σε άτομο, από μέρα σε μέρα ακόμα και από ώρα σε ώρα. Η επιδημία της παιδικής παχυσαρκίας, που αποτελεί ρίσκο για την ανάπτυξη της αριστερής κοιλιακής υπερτροφίας και ένδειξη για την αρχική ανάπτυξη αρτηριοσκλήρωσης στην παιδική ηλικία θα αποτελέσει τον εντοπισμός και την επέμβαση στην παιδική υπέρταση, σημαντικό για την ελάττωση των μακροχρόνιων επιπτώσεων στην υγεία του οργανισμού.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Μετατροπές στην καθημερινότητα μας (θεραπεία χωρίς φάρμακα): Το χάσιμο περιττών κιλών, η διατήρηση υγιούς σωματικού βάρους και η συχνή αεροβική άσκηση (π.χ. τρέξιμο) συστήνονται σαν τα πρώτα βήματα για την θεραπεία της ήπιας ή της μέτριας υπέρτασης. Η συχνή σωματική άσκηση βελτιώνει την ροή του αίματος και βοηθάει στην μείωση των καρδιακών παλμών εν ηρεμία καθώς και της αρτηριακής πίεσης. Τα παραπάνω βήματα επιφέρουν θετικά αποτελέσματα για την μείωση της αρτηριακής πίεσης, αν και η φαρμακευτική θεραπεία είναι απαραίτητη για πολλά άτομα με μέτρια ή σοβαρή υπέρταση για να ελαττώσουν την αρτηριακή πίεση τους σε ασφαλή επίπεδα.

Μία μειωμένη σε νάτριο (αλάτι) δίαιτα έχει αποδειχτεί πολύ αποτελεσματική: η πίεση μειώνεται κατά 60% των ανθρώπων (όπως είδαμε παραπάνω). Πολλοί άνθρωποι διαλέγουν να χρησιμοποιήσουν ένα υποκατάστατο αλατιού με σκοπό να ελαττώσουν την κατανάλωση αλατιού.

Επιπλέον διαιτητικές αποτελεσματικές αλλαγές για την μείωση της αρτηριακής πίεσης περιλαμβάνουν την δίαιτα DASH (Dietary Approaches to Stop Hypertension = Διαιτητικές προσεγγίσεις για την ακινητοποίηση της Υπέρτασης), η οποία είναι πλούσια σε φρούτα και λαχανικά και γαλακτοκομικά προϊόντα χαμηλά σε λιπαρά ή χωρίς λιπαρά. Αυτή η δίαιτα έχει αποδειχτεί αποτελεσματική σύμφωνα με τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας. Επίσης, η αύξηση στην ημερήσια ποσότητα ασβεστίου έχει σαν θετικό αποτέλεσμα την αύξηση του διατροφικού καλίου, το οποίο θεωρητικά μπορεί να ξεκινήσει την επίδραση του νατρίου και να ενεργήσει στα νεφρά για να χαμηλώσουν την αρτηριακή πίεση. Αυτό επίσης έχει αποδειχτεί ότι είναι αποτελεσματικό στη μείωση της αρτηριακής πίεσης.

Η διακοπή του καπνίσματος και της κατανάλωσης αλκοόλ έχει αποδειχτεί ότι μειώνει την αρτηριακή πίεση. Οι ακριβής αιτίες δεν είναι ακόμη εντελώς εξακριβωμένες, αλλά η αρτηριακή πίεση (ιδιαίτερα η συστολική) συχνά αυξάνεται παροδικά ιδιαίτερα μετά την κατανάλωση αλκοόλ και/ή νικοτίνης. Επίσης, η αποχή από το κάπνισμα είναι σημαντική για τα άτομα με υπέρταση επειδή ελαττώνει τον κίνδυνο για πολλές επικίνδυνες συνέπειες της υπέρτασης, όπως το εγκεφαλικό και η καρδιακή προσβολή. Η κατανάλωση καφεΐνης δηλαδή καφέ επίσης αυξάνει την αρτηριακή πίεση προσωρινά, αλλά δεν προκαλεί χρόνια υπέρταση. 

Τελιοπούλου Ζαχαρούλα

Διαιτολόγος-Διατροφολόγος