Γνωρίζετε τη διατροφική συμπεριφορά του μωρού σας;

images_1472017_2_baby_eating.jpg

Πόσες φορές η άρνηση του παιδιού σας να φάει ορισμένα φαγητά ή οι διαμάχες για να καθίσει στο τραπέζι ήσυχα δε σας έκαναν να αναρωτηθείτε «τι φταίει με αυτό το παιδί;» «γιατί συμπεριφέρεται έτσι;».

Η διατροφική συμπεριφορά των παιδιών είναι μια σύνθετη διαδικασία που μπορεί να σας πελαγώνει… κι αυτό γιατί εξαρτάται από πολλούς και εξαρτώμενους παράγοντες τόσο γενετικούς όσο και περιβαλλοντικούς. Οι γονείς είναι σημαντικό να γνωρίζουν τι μπορούν να αλλάξουν σε ένα παιδί, πως και μέσα σε τι πλαίσια ώστε να γίνουν πιο αποτελεσματικοί στο ρόλο τους.

Γενετικές προδιαθέσεις: τα γονίδια «μας βάζουν τα όρια»
Η προτίμηση της γλυκιάς και αλμυρής γεύσης και η απόρριψη της ξινής ή πικρής γεύσης καθορίζεται από το γενετικό μας υλικό. Το ίδιο συμβαίνει και με την απόρριψη νέων τροφών. Οι γονείς, είναι σημαντικό να μπορούν να καταλαβαίνουν και να διακρίνουν αυτές τις γενετικές προτιμήσεις και ταυτόχρονα να διαμορφώνουν το κατάλληλο περιβάλλον…. με άλλα λόγια….

Έμφυτες τροφικές προτιμήσεις… τι πρέπει να γνωρίζουμε;
Ο άνθρωπος έχει μία έμφυτη προτίμηση προς τις γλυκές γεύσεις και μία αποστροφή προς τις πικρές. Αυτό συμβαίνει διότι στη φύση η γλυκύτητα παραπέμπει σε τρόφιμο υψηλής ενεργειακής αξίας, ενώ οι πικρές γεύσεις προμηνύουν την παρουσία τοξικότητας στο τρόφιμο. Μετά τη γέννηση προτιμάται η γλυκιά γεύση, ενώ η πικρή και ξινή γεύση απορρίπτονται. Αυτός είναι και ο λόγος που το γάλα της μητέρας ή η φόρμουλα έχουν γλυκιά γεύση από φυσικού τους.

Η προτίμηση για αλάτι εμφανίζεται περίπου στον 4ο μήνα της ζωής. Μετά τον 4ο με 6ο μήνα ζωής γίνεται και η εισαγωγή πολτοποιημένων τροφών. Το γεγονός πως τα παιδιά αντιλαμβάνονται και αποδέχονται την αλμυρή γεύση δε σημαίνει πως μπορούμε να προσθέτουμε αλάτι στα τρόφιμα. Είναι σημαντικό η εισαγωγή αλατιού να γίνεται μετά τον 7ο μήνα και μέχρι τον πρώτο χρόνο η μέγιστη ποσότητα αλατιού που είναι να καταναλώνει ένα βρέφος είναι 1 γραμμάριο, ποσότητα που καλύπτεται από το γάλα ή τη φόρμουλα.

Ωστόσο, τόσο η προδιάθεση όσο και οι προτιμήσεις τροποποιούνται μέσα από την εμπειρία των παιδιών με τα τρόφιμα. Εδώ ο ρόλος του γονέα γίνεται πιο έντονος στη ζωή του παιδιού. Το είδος των τροφίμων που είναι διαθέσιμα σε ένα παιδί κατά την ένταξη νέων τροφών καθώς και ο τρόπος σερβιρίσματος, το περιβάλλον κατά τη διάρκεια του ταΐσματος και η πίεση μπορούν να επηρεάσουν το στάδιο αυτό. Κατά την εισαγωγή των τροφίμων τα παιδιά πρέπει να έρχονται σε επαφή σταδιακά με πολλές και διαφορετικές γεύσεις, αρχικά σε μικρές ποσότητες. Το τάισμα είναι σημαντικό να πραγματοποιείται σε ένα ευχάριστο και στοργικό περιβάλλον, χωρίς εντάσεις.

Παράλληλα, τα παιδιά προτιμούν γλυκές γεύσεις, γιατί έχουν μικρότερη ευαισθησία στην αντίληψη της γλυκιάς γεύσης, σε σχέση με τους εφήβους και τους ενήλικες. Με άλλα λόγια επιθυμούν μεγαλύτερη ποσότητα ζάχαρης, για να νιώσουν το ίδιο αίσθημα ευχαρίστησης με τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Μπορείτε λοιπόν να εκμεταλλευτείτε αυτή την προδιάθεση των μικρών κατά τη διάρκεια εισαγωγής νέων τροφίμων χρησιμοποιώντας φυσικά γλυκά τρόφιμα. Από τη φύση τους γλυκιά γεύση έχουν τα φρούτα, τα αμυλούχα (ψωμί, πατάτα, ρύζι, ζυμαρικά), ορισμένα λαχανικά όπως το καρότο, το κολοκυθάκι, το γάλα κ.α. Έτσι εξηγείται γιατί για παράδειγμα οι φρουτόκρεμες είναι από τα πρώτα τρόφιμα που εισάγουμε σε ένα βρέφος.

Βάζοντας τη φαντασία σας να λειτουργήσει, δημιουργώντας ευφάνταστους συνδυασμούς χρωμάτων, δίνοντας έμφαση στους συνδυασμούς τους και στη γεύση τους, χρησιμοποιώντας το χαμόγελο, τη ζεστασιά και την αποδοχή, μπορείτε να κάνετε την ένταξη των τροφίμων μια όμορφη, δημιουργική διαδικασία που θα δώσει στο παιδί σας τα κατάλληλα εφόδια και σε εσάς ηρεμία και ασφάλεια για τις επιλογές σας.

Πηγή : http://www.nutrimed.gr