Υπέρταση και Σόγια

new33_soy_milk.jpg

Είναι πλέον γνωστό ότι τα περισσότερα νοσήματα της καρδιάς σχετίζονται με την αύξηση της αρτηριακής πίεσης. Η μεγάλη διατροφική προσπάθεια των τελευταίων ετών στρέφεται στην εύρεση τροφών που μειώνουν την αρτηριακή πίεση κυρίως επειδή διαπιστώθηκε  πως άτομα που στα 55 έχουν φυσιολογική  πίεση έχουν πιθανότητα 90% να αναπτύξουν υπέρταση αργότερα.

Παρατηρήθηκε όμως πως τα ποσοστά αυτά μειώνονται εξαιρετικά στους Ασιατικούς λαούς σε σχέση με τη Δύση. Για το λόγο αυτό εξετάστηκε αν αυτή η μείωση των ποσοστών οφείλεται στη κατανάλωση της σόγιας και αποδεικνύεται ότι η κατανάλωση του γάλακτος της σόγιας μειώνει το κίνδυνο των καρδιαγγειακών νοσημάτων.

Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Παχυσαρκίας κος Αθ. Μιχαλόπουλος «ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου διπλασιάζεται για κάθε αύξηση της συστολικής (μεγάλης) αρτηριακής πίεσης (ΣΑΠ)  κατά 20 mm Hg και της διαστολικής (μικρής) αρτηριακής πίεσης (ΔΑΠ) κατά10 mmHg, ξεκινώντας από το επίπεδο των 115 mm Hg ΣΑΠ και 75 mmHg ΔΑΠ. Επίσης άτομα με φυσιολογική ΑΠ στην ηλικία των 55 ετών έχουν πιθανότητα 90% να αναπτύξουν Υπέρταση κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Επίσης είναι γνωστό ότι η συχνότητα της στεφανιαίας νόσου στους Ασιατικούς πληθυσμούς είναι χαμηλή συγκριτικά με τους λαούς της Δύσης. Μία εξήγηση θα μπορούσε να είναι η κατανάλωση σόγιας.

Μια πολύ αξιόπιστη και σωστά σχεδιασμένη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Ιατρικό περιοδικό Archives of  Internal  Medιcine, εξέτασε το αποτέλεσμα  της κατανάλωσης πρωτεΐνης σόγιας αντί πρωτεΐνης από άλλη διατροφική πηγή πάνω στα επίπεδα ΑΠ μετεμμηνοπαυσιακών  υπερτασικών ή προϋπερτασιακών γυναικών ( γυναίκες με ΑΠ>130/80 mmHg και <140/90 mmHg ).

Η βασική δίαιτα που ακολούθησαν οι συμμετέχουσες στη μελέτη ήταν μια ειδική δίαιτα που συνιστά  το National Cholesterol Education Program (NCEP) το οποίο είναι ένα από τα εγκυρότερα προγράμματα διεθνώς όσον αφορά την ενημέρωση και τις στρατηγικές αντιμετώπισης της στεφανιαίας νόσου μέσω της μείωσης της χοληστερίνης. Η δίαιτα αυτή που λέγεται Therapeutic Lifestyle Changes (TLC) συνιστάται σε ομάδες υψηλού καρδιαγγειακού κινδύνου, όπως άτομα με υψηλή LDL χοληστερίνη ή άλλη διαταραχή των λιπιδίων, εγκατεστημένη καρδιαγγειακή νόσο, σακχαρώδη Διαβήτη, ινσουλινοαντίσταση ή Μεταβολικό Σύνδρομο.

Η πηγή πρωτεΐνης στη μελέτη ήταν μισό φλιτζάνι ανάλατοι ψημένοι καρποί σόγιας οι οποίοι περιείχαν 25 gr πρωτεΐνης σόγιας και 101 mg ισοφλαβονών (genistein, daidzein, και glycitein).

Συνολικά συμμετείχαν 60 μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες (48 με φυσιολογική ΑΠ και 12 με υπέρταση). Η μελέτη ήταν τυχαιοποιημένη και διασταυρούμενη (crossover trial) και η παρέμβαση ήταν είτε η δίαιτα TLC με τη σύνθεση που συνιστά το NCEP είτε  μια ίδιας θερμιδικής αξίας δίαιτα στην οποία 25 gr  πρωτεΐνης σόγιας αντικατέστησαν 25 gr πρωτεΐνης από άλλη πηγή.

Οι συμμετέχουσες εκπαιδεύτηκαν από διαιτολόγους στη χρήση της TLC δίαιτας η οποία έχει την παρακάτω σύνθεση:

30% των συνολικών θερμίδων από λιπαρά (≤ 7% κορεσμένα, 12% μονοακόρεστα, 11% πολυακόρεστα);

15% από πρωτεΐνη

55% από υδατάνθρακες

< 200 mg χοληστερόλη ημερησίως

1200 mg ασβεστίου

2 γεύματα ψάρι την εβδομάδα

Αλάτι έως 2 g την ημέρα για τους υπερτασικούς.

Κατά τη διάρκεια των πρώτων 8 εβδομάδων οι συμμετέχουσες χωρίστηκαν τυχαία σε δύο ομάδες  και έλαβαν είτε δίαιτα TLC με σόγια είτε δίαιτα TLC χωρίς σόγια. Ακολούθησαν 4 εβδομάδες με μόνο δίαιτα TLC για όλους (washout period) και ακολούθως έγινε διασταύρωση (crossover) στο άλλο σκέλος για τις τελευταίες 8 εβδομάδες.

Από τις συμμετέχουσες ζητήθηκε να διατηρήσουν το ίδιο επίπεδο σωματικής δραστηριότητας και το σύνολο των λεπτών άσκησης ημερησίως καταγράφηκε λεπτομερώς.

Τα αποτελέσματα ήταν τα εξής:

Η λήψη σόγιας ελάττωσε σημαντικά και τη συστολική (ΣΑΠ) και τη διαστολική ΑΠ ( ΔΑΠ) σε όλες τις υπερτασικές και στο 83% των μη υπερτασικών γυναικών.

Η μέση ελάττωση της  ΣΑΠ ήταν 9.9% (15 mm Hg) στις υπερτασικές γυναίκες και 5.2% (περίπου 6 mm Hg) στις μη υπερτασικές γυναίκες.

Η μέση ελάττωση της  ΔΑΠ ήταν 6.8% (περίπου 6 mm Hg) στις υπερτασικές γυναίκες και 2.9% (2 mm Hg) στις μη υπερτασικές γυναίκες.

Ο ΔΜΣ (BMI) και η καθημερινή άσκηση παρέμειναν σταθερά σε όλες τις συμμετέχουσες.

Η χαμηλής πυκνότητας ( LDL– κακή) Χοληστερίνη ελαττώθηκε  11% στις υπερτασικές γυναίκες όταν κατανάλωναν τη σόγια ενώ καμία αλλαγή δεν παρατηρήθηκε όσον αφορά στα λιπίδια στις μη υπερτασικές γυναίκες.

Η παραπάνω μελέτη  έδειξε ότι μια απλή διατροφική αλλαγή και συγκεκριμένα η αντικατάσταση με πρωτεΐνη σόγιας ενός μέρους της προσλαμβανόμενης πρωτεΐνης μπορεί να ελαττώσει την Αρτηριακή Πίεση περίπου στον ίδιο βαθμό με τη λήψη αντιϋπερτασικών φαρμάκων.

Συγχρόνως μπόρεσε να ελαττώσει και τη χοληστερίνη στα άτομα με υπέρταση, αποτέλεσμα ιδιαίτερα ευνοϊκό δεδομένου ότι η χοληστερίνη αποτελεί τον υπ’ αριθμό ένα παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου.

Από παλιότερες μελέτες γνωρίζουμε ότι μικρές αλλαγές στην ΑΠ μπορούν να προκαλέσουν μεγάλες ευνοϊκές αλλαγές στον καρδιαγγειακό κίνδυνο:

Ελάττωση κατά 12 mm Hg στην ΣΑΠ για 10 χρόνια προλαμβάνει 1 θάνατο για κάθε 11 ασθενείς με Υπέρταση πρώτου βαθμού δηλαδή σε ασθενείς με ΣΑΠ από 140 έως159 mmHg ή/και ΔΑΠ από 90 έως 99.mHg.

Ελαττώνοντας τη ΔΑΠ κατά 2 mm Hg ελαττώνουμε τον κίνδυνο για στεφανιαία νόσο κατά  6% και για εγκεφαλικό κατά 15%.

Το ενδιαφέρον ερώτημα είναι: Tι αποτελεί το (τα) δραστικό συστατικό της σόγιας;  Στην εν λόγω μελέτη οι ποσότητες όλων των μακροστοιχείων ( πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, λίπη ) ήταν ίδιες και στις δύο δίαιτες. Οι μόνες ουσίες που βρίσκονταν σε υψηλότερη ποσότητα ήταν οι ισοφλαβόνες στη δίαιτα της σόγιας. Οι  διατροφικές ισοφλαβόνες θεωρούνται καρδιοπροστατευτικές λόγω της δομικής ομοιότητας με τα οιστρογόνα. Σε μελέτες έχει βρεθεί ότι η σύνθεση των πρωτεϊνών της σόγιας πιθανόν να ενισχύει  την αντιφλεγμονώδη ανταπόκριση  και με αυτό τον τρόπο  συμβάλλει στην αθηροπροστατευτική ( προστασία από τη ανάπτυξη αθηροσκλήρωσης) δράση της δίαιτας που είναι πλούσια σε σόγια .Βεβαίως τέτοια ερωτήματα δεν μπορούν να απαντηθούν από την παρούσα μελέτη η οποία περιελάμβανε μικρό αριθμό υπερτασικών.

Επίσης έχει βρεθεί ότι η χορήγηση συμπληρωμάτων διατροφής (χαπιών) που περιέχουν μεμονωμένες ισοφλαβόνες δεν έχουν καμιά επίδραση πάνω στην Αρτηριακή πίεση. Όπως και σε άλλες περιπτώσεις σύγκρισης των αποτελεσμάτων χορήγησης διατροφικών ή μεμονωμένων συστατικών ( πχ λήψη αντιοξειδωτικών  με την τροφή σε σύγκριση με τη χορήγηση βιταμινών) έτσι και σε αυτή την  περίπτωση φαίνεται ότι ο σωστός τρόπος πρόσληψης των ισοφλαβονών για τη διατήρηση φυσιολογικής αρτηριακής πίεσης και καλής καρδιαγγειακής υγείας είναι η κατανάλωση πλήρους τροφής  πχ καρπών, γάλατος ή γιαουρτιού σόγιας.»

Αθ. Μιχαλόπουλος

Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Παχυσαρκίας