Η συσχέτιση του άγχους με την υπερφαγία και την παχυσαρκία

new32_4107539a_m.jpg

Αν και το άγχος ήπιας μορφής μπορεί να αποβεί εποικοδομητικό καθώς οδηγεί σε εγρήγορση, η χρονιότητα προκαλεί μεγάλη εσωτερική ένταση και οδηγεί σε συναισθήματα ανησυχίας, φόβου αλλά και ψυχοσωματικά συμπτώματα όπως τρέμουλο, μουδιάσματα και μυρμηγκιάσματα, γαστρεντερικές διαταραχές, ξηροστομία, ζαλάδες κτλ. Η μη αποτελεσματική διαχείριση και αντιμετώπιση ευθύνεται για μια σειρά ορμονικών και συναισθηματικών μεταβολών με επιρροή σε διαφορετικά συστήματα του οργανισμού.

Όταν ο οργανισμός βρίσκεται σε κατάσταση έντονου άγχους, ο εγκέφαλος παράγει την κορτιζόλη, μία ορμόνη που προκαλεί αρνητικές αλληλεπιδράσεις με τη νορεπινεφρίνη, τη γλυκαγόνη και τη σωματοτροπίνη. Η αυξημένη παραγωγή κορτιζόλης λόγω παθολογικού άγχους μειώνει την ικανότητα του οργανισμού να καταναλώνει το λίπος και οδηγεί το σώμα στην συσσώρευση του ειδικότερα στις περιοχές της κοιλιάς οδηγώντας συχνά σε παχυσαρκία.

Το φαγητό συχνά γίνεται τρόπος διαχείρισης αρνητικών συναισθημάτων και μέσο εκτόνωσης του άγχους με αποτέλεσμα το άτομο να αναπτύσσει σταδιακά συναισθηματική υπερφαγία. Το άτομο μπορεί να αρχίσει να καταναλώνει μεγάλες ποσότητες φαγητού κυρίως υδατάνθρακες και νιώθει αδυναμία να σταματήσει ακόμα κι αν έχει χορτάσει. Ακολουθούν ενοχές και τύψεις ενώ δεν υπάρχουν συνήθως αντισταθμιστικές μεθόδους όπως στην Ψυχογενή Βουλιμία. Το άτομο όμως επαναλαμβάνει τα επεισόδια υπερφαγίας όταν νιώθει συναισθηματική φόρτιση ή άγχος με αποτέλεσμα την δημιουργία ενός φαύλου κύκλου. Η συναισθηματική υπερφαγία είναι η πιο συχνή διαταραχή πρόσληψης τροφής αν και δεν αποτελεί επίσημη διαγνωστική κατηγορία (Diagnostic and Statistical Manual of Mental disorders, DSM-IV, 1994).

Το άγχος επηρεάζει σημαντικά τις διατροφικές συνήθειες με αποτέλεσμα εκτός από την κατανάλωση τροφών πλούσιες σε ενέργεια και λιπαρά τα άτομα καταπολεμούν τα συμπτώματα είτε με αυξημένη καφεΐνη ή αλκοόλ, είτε με παράλειψη κάποιων γευμάτων. Η διαχείριση και αποτελεσματική αντιμετώπιση του άγχους είναι πολύπλευρη. Περιλαμβάνει όχι μόνο τον εντοπισμό των ερεθισμάτων που προκαλούν άγχος αλλά και την αλλαγή των καθημερινών μας συνηθειών όπως αύξηση της φυσικής δραστηριότητας και της διατροφής.

Η φυσική δραστηριότητα αυξάνει την παραγωγή ενδορφινών στον οργανισμό που σχετίζονται με την διάθεση και βοηθά στην γρηγορότερη απώλεια βάρους λόγω της αύξησης του μεταβολισμού.  Η αυξημένη κατανάλωση φρούτων και λαχανικών μειώνει την κορτιζόλη λόγω της περιεκτικότητας σε βιταμίνη C ενώ ενισχύεται και το ανοσοποιητικό σύστημα που πλήγεται συχνά από το χρόνιο άγχος. Η μείωση του αλκοόλ και της καφεΐνης και με την παράλληλη αύξηση της κατανάλωσης νερού επίσης συμβάλλουν στη μείωση της κορτιζόλης καθώς ο οργανισμός ενυδατώνεται καλύτερα. Μία ισορροπημένη πρόσληψη υδατανθράκων και κυρίως ολικής αλέσεως όπως επίσης και ω3 λιπαρών αυξάνουν τα επίπεδα σεροτονίνης μίας ορμόνης που όταν δεν είναι σε ισορροπία στον εγκέφαλο σχετίζεται με την κατάθλιψη και την άσχημη διάθεση. Τέλος η ποιότητα και η ποσότητα του ύπνου συμβάλλει στη μείωση της κορτιζόλης.

Όσον αφορά το κομμάτι της ψυχολογίας η χρήση ημερολογίου είναι ιδιαίτερα βοηθητική στον εντοπισμό εκείνων των συναισθημάτων που οδηγούν σε πιθανά υπερφαγικά επεισόδια καθώς και στο είδος των τροφών που καταναλώνονται. Σημαντική είναι επίσης και η εκπαίδευση πάνω στη βιολογική και συναισθηματική πείνα καθώς παρουσιάζουν πολλές διαφοροποιήσεις.

Πιο συγκεκριμένα η βιολογική πείνα εμφανίζεται σταδιακά και όχι ξαφνικά. Στη συναισθηματική πείνα το άτομο νιώθει έντονη και ξαφνική ανάγκη να φάει χωρίς όμως να προσέχει τι είναι αυτό, ενώ συνήθως η επιθυμία είναι για τρόφιμα πλούσια σε λιπαρά ή υδατάνθρακες που καταναλώνονται εύκολα και γρήγορα και προσφέρουν ένα είδος ικανοποίησης. Στη βιολογική πείνα αντίθετα το άτομο έχει την αίσθηση κορεσμού και δεν υπάρχουν συναισθήματα ενοχής ενώ το φαγητό καταναλώνεται αργά. Επίσης το άτομο είναι σε θέση να επιλέξει τι θα φάει. Η συναισθηματική πείνα συχνά απαιτεί λιχουδιές κυρίως θερμιδογόνες, προκειμένου το άτομο να νιώσει πληρότητα και συναισθηματική ικανοποίηση. Κατά τη βιολογική πείνα, το άτομο μπορεί να νιώσει πληρότητα και κορεσμό ακόμα και με κάποιο λαχανικό ή φρούτο. Στη συναισθηματική πείνα το άτομο νιώθει χαρούμενο με κάποιο γλυκό ή κάτι ανθυγιεινό. Η συναισθηματική πείνα συχνά καταλήγει σε ενοχές ή υποσχέσεις δεν πρόκειται να επαναληφθεί το επεισόδιο. Δεν είναι σπάνιο το άτομο να ξεκινήσει και μία δίαιτα express ύστερα από ένα υπερφαγικό επεισόδιο. Τέλος η σωματική πείνα δεν συνοδεύεται από τύψεις ή ενοχές, διότι το άτομο έχει επίγνωση ότι αν δεν φάει θα νιώσει τις δυνάμεις του να το εγκαταλείπουν.

Δρ Τέσσα Χριστοδούλου PhD, CPsych, AFBPsS

Κλινική Ψυχολόγος- Νευροψυχολόγος