Ψυχογενής βουλιμία: η άλλη όψη του νομίσματος

new5_3573426_blog.jpg

Συνήθως όταν αναφέρεται ο όρος διαταραχές στη λήψη τροφής, το μυαλό μας αυτόματα οδηγείται στη ψυχογενή ανορεξία. Ωστόσο, η ψυχογενής βουλιμία αποτελεί μία από τις βασικές διαταραχές στη λήψη τροφής και είναι εξίσου σημαντική και επικίνδυνη ασθένεια όσο και η ψυχογενής ανορεξία (γνωστή στο ευρύ κοινό ως νευρική ανορεξία).

Πώς ξεκινά η διαταραχή;

Η ψυχογενής βουλιμία αποτελεί συνήθως μια πολυπαραγοντική πάθηση και γι’ αυτό το λόγο σαφής αιτιολογία είναι δύσκολο να αποδοθεί. Συχνά, μετά από περιόδους έντονου άγχους που υπονομεύουν την αυτοπεποίθηση ενός ανθρώπου (παράλληλα συνήθως με μειωμένη ικανότητα διαχείρισης ή αντίστασης σε στρεσογόνες καταστάσεις) προκαλούνται σοβαρά προβλήματα που σχετίζονται με την ψυχολογική του κατάσταση. Τέτοιες καταστάσεις μπορεί να περιλαμβάνουν οικογενειακή καταπίεση, δυσκολίες στις κοινωνικές σχέσεις, μη επιτυχημένες σχολαστικές δραστηριότητες, έντονο αίσθημα μοναξιάς, περίοδος δυνατών αλλαγών, αδυναμία συμφιλίωσης με το σώμα. Μέσα στα πλαίσια της χαμηλής αυτοεκτίμησης, προσπαθώντας το άτομο να αποκαλύψει την αιτία του «κακού» βάζει τον εαυτό του σε μια διαδικασία αλλαγών, μέρος της οποίας συχνά είναι και η εξωτερική εμφάνιση. Ξεκινά με την ενασχόλησή του με αυστηρές (και συνήθως επικίνδυνες) δίαιτες, οι οποίες κατά κανόνα ακολουθούνται από υπερφαγικά επεισόδια (κάτι που παρατηρείται και σε μη βουλιμικούς ασθενείς). Η συχνότητα αυτών των επεισοδίων συνεχώς αυξάνεται, ενώ πλέον το άτομο αρχίζει να εφαρμόζει διάφορες αντισταθμιστικές συμπεριφορές, ώστε να αποφευχθεί η αύξηση βάρους.

Διάγνωση:

Σύμφωνα με τα διεθνή κριτήρια για τη διάγνωση της ψυχογενούς βουλιμίας (DSM-IV), το άτομο πρέπει να παρουσιάζει τα εξής συμπτώματα:

1. Επανειλημμένα επεισόδια υπερφαγίας. Ένα επεισόδιο υπερφαγίας χαρακτηρίζεται από τα παρακάτω:

(α) υπερκατανάλωση φαγητού μέσα σε μία διακριτή χρονική περίοδο (π.χ. σε μια περίοδο 2 ωρών) μια ποσότητα φαγητού που είναι σαφώς μεγαλύτερη από όση θα έτρωγαν οι περισσότεροι άνθρωποι κατά τη διάρκεια της ίδιας χρονικής περιόδου και κάτω από παρόμοιες περιστάσεις

(β) μια αίσθηση έλλειψης ελέγχου του πόσο και τι τρώει κάποιος κατά τη διάρκεια του επεισοδίου

2. Επανειλημμένη ακατάλληλη αντισταθμιστική συμπεριφορά για να αποτρέψει την απόκτηση βάρους, όπως πρόκληση εμέτου, λήψη καθαρτικών, διουρητικών ή άλλων φαρμάκων, νηστεία, υπερβολική άσκηση.

3. Η υπερφαγία και οι άλλες ακατάλληλες αντιρροπιστικές συμπεριφορές συμβαίνουν κατά μέσο όρο τουλάχιστο δυο φορές την εβδομάδα για μια περίοδο μεταξύ 3 και 6 μηνών.

4. Το επίπεδο αυτοεκτίμησης και αυτοπεποίθησης επηρεάζεται από το σωματικό βάρος και τη σωματοδομή.

Τα επεισόδια υπερφαγίας συνίστανται στην κατανάλωση τροφίμων με υψηλή θερμιδική αξία, που συνήθως είναι γλυκές ή ευκολομάσητες τροφές και μπορούν να καταναλωθούν γρήγορα π.χ. παγωτά, πάστες, κέικ κτλ. Κατά τη διάρκεια του επεισοδίου το άτομο συνήθως τρώει κρυφά και δεν σταματάει παρά μόνον όταν πονέσει η κοιλιά του ή κάποιος το διακόψει ή προκαλέσει εμετό. Ο προκλητός εμετός χρησιμοποιείται από το 80-90% των βουλιμικών ατόμων για να αποφευχθεί η αύξηση του βάρους, αλλά και για να μειωθούν τα αισθήματα ενοχής και να ανακουφισθεί ο κοιλιακός πόνος που προέρχεται από την υπερκατανάλωση τροφής. Περίπου το 30% των βουλιμικών ασθενών παίρνουν καθαρτικά μετά τα επεισόδια υπερφαγίας.

Ομάδες υψηλού κινδύνου:

Η πιο επικίνδυνη ηλικία είναι η εφηβική ηλικία και τα πρώτα χρόνια της ενηλικίωσης (13-22 ετών), και βέβαια η ψυχογενής βουλιμία, όπως και όλες οι διαταραχές στη λήψη τροφής, πλήττουν στην συντριπτική πλειοψηφία τους τον γυναικείο πληθυσμό. Επίσης, επιρρεπείς στη συγκεκριμένη πάθηση είναι και οι γυναίκες που πλησιάζουν στην εμμηνόπαυση, φαινόμενο που σχετίζεται με την κρίσιμη ψυχολογική κατάσταση της γυναίκας στη φάση αυτή. Άλλος ένας παράγοντας που συμβάλλει στην εμφάνιση της νόσου είναι το εργασιακό περιβάλλον. Άτομα που ασκούν επαγγέλματα που βασίζονται στην καλή εμφάνιση είναι επιρρεπή σε διαταραχές στη λήψη τροφής. Αυτά περιλαμβάνουν κυρίως επαγγέλματα που ασχολούνται με τη μόδα και το χορό ή αθλήματα που εξαρτώνται από το βάρος των αθλητών, π.χ. ενόργανη και ρυθμική γυμναστική.

Οι αυστηρές δίαιτες μπορούν να προκαλέσουν ψυχογενή βουλιμία;

Η εφαρμογή αυστηρών διαιτών από έναν υγιή άνθρωπο δεν συνεπάγεται άμεσα την πρόκληση ψυχογενούς βουλιμίας, ακόμα και αν ακολουθείται πολλές φορές από υπερφαγικά επεισόδια (συχνά αναφέρονται ως βουλιμικά επεισόδια). Τα επεισόδια αυτά αποτελούν μια ηπιότερη μορφή διαταραχής στη λήψη τροφής, αλλά για να διαγνωστεί ότι ένα άτομο πάσχει από τη συγκεκριμένη ασθένεια πρέπει να παρατηρηθούν τα διαγνωστικά κριτήρια που αναφέρθηκαν παραπάνω.

Ωστόσο, ένα άτομο με προδιάθεση, λόγω συνυπαρχόντων ψυχολογικών διαταραχών, επηρεάζεται πολύ περισσότερο από τέτοιες αυστηρές (και πολύ επικίνδυνες) δίαιτες, οι οποίες υποβοηθούν στη χρόνια εξέλιξη της πάθησης. Ουσιαστικά πρόκειται για έναν κύκλο που ακολουθείται από τα άτομα με ψυχογενή βουλιμία:

εξαντλητική δίαιτα => υπερφαγικό επεισόδιο (αρνητικά συναισθήματα, π.χ τύψεις ή φόβος αύξησης βάρους) => αντισταθμιστικές μέθοδοι (π.χ. πρόκληση εμέτου) => εξαντλητική δίαιτα.

Τρόποι αντιμετώπισης:

Η βουλιμία ανήκει στις διαταραχές στη λήψη τροφής, αλλά συνήθως τα αίτια αυτής, όπως και όλων των άλλων διαταραχών στη λήψη τροφής είναι ψυχολογικής φύσεως. Για την σωστή και ολοκληρωμένη αντιμετώπιση της πάθησης είναι απαραίτητη η σύσταση μιας θεραπευτικής ομάδας από γιατρό, ψυχολόγο και διαιτολόγο. Η ψυχολογική υποστήριξη τόσο του ασθενούς, όσο και του οικογενειακού και φιλικού περιβάλλοντος κρίνεται αναγκαία, γιατί ο ίδιος ο ασθενής πολλές φορές δεν αντιλαμβάνεται ή δεν παραδέχεται το πρόβλημα. Όσο πιο γρήγορα διαγνωστεί η πάθηση, τόσο πιο ουσιαστική μπορεί να γίνει η θεραπεία, αλλά και να προληφθούν χειρότερες καταστάσεις, αν και η θνησιμότητα δεν είναι αντίστοιχη με αυτή της ψυχογενούς ανορεξίας. Αυτό που πρέπει να τονιστεί είναι ότι στο πρώτο στάδιο της πάθησης (περίπου τα πρώτα 2 χρόνια – στάδιο νεύρωσης) η κατάσταση είναι πιο εύκολο να αντιμετωπιστεί, ενώ όταν προχωρήσει στο στάδιο της ψύχωσης η θεραπεία είναι πιο δύσκολη.

Εξίσου σημαντικός είναι ο ρόλος του επιστήμονα διαιτολόγου στην αντιμετώπιση της πάθησης. Σκοπός της διατροφικής παρέμβασης είναι η αλλαγή της συνολικής διατροφικής συμπεριφοράς και η υιοθέτηση νέων υγιών συνηθειών. Παράλληλα, είναι απαραίτητο να εκπαιδευτεί το άτομο ολοκληρωμένα και σωστά πάνω σε θέματα διατροφής, να αποκτήσει βασικές διατροφικές γνώσεις και να καταρριφθούν μύθοι που οδηγούν σε λαθεμένη και πολλές φορές επικίνδυνη διατροφική συμπεριφορά.

Η ψυχογενής βουλιμία δεν χαρακτηρίζεται συνήθως από μεγάλη μείωση του βάρους του σώματος (συνήθως οι βουλιμικοί ασθενείς έχουν φυσιολογικό ή ελάχιστα αυξημένο σωματικό βάρος) και γι’ αυτό το λόγο είναι πιο δύσκολο να διαπιστωθεί το πρόβλημα από το οικογενειακό ή φιλικό περιβάλλον. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που είναι πολύ σημαντικό είναι η άμεση παρέμβαση, αμέσως μόλις διαπιστωθεί ότι ένα άτομο εφαρμόζει κάποιες από τις πρακτικές που αναφέρθηκαν παραπάνω. Η συμμετοχή όλης της οικογένειας στη θεραπευτική παρέμβαση είναι αυτή που μπορεί να εγγυηθεί σαφώς καλύτερα, ταχύτερα και μόνιμα αποτελέσματα. 

Πηγή: www.nutrimed.gr

 

Αργυρίου Στέλλα

 

Εκπαιδευτικός Ψυχολόγος