Ρήξη πρόσθιου χιαστού συνδέσμου γόνατος

images_442017_2_knee-injury-600x400.jpg

Ο τραυματισμός  του πρόσθιου χιαστού συνδέσμου (ΠΧΣ) ανήκει στους πιο συχνούς, δυστυχώς και πιο βαρείς τραυματισμούς του γονάτου. Στατιστικά συμβαίνει ανά έτος ένας τραυματισμός ανά 1.000 άτομα, αριθμός που συνεχώς αυξάνει λόγω της αύξησης της αθλητικής δραστηριότητας σε όλες τις ηλικίες.

Ο ΠΧΣ μαζί με τον οπίσθιο χιαστό σύνδεσμο ανήκουν στον κεντρικό σταθεροποιητικό άξονα του γόνατος. Μαζί, οι δύο αυτοί σύνδεσμοι είναι συνυπεύθυνοι για την σταθερότητα κατά την κίνηση του γόνατος. Χιάζονται στο κέντρο της άρθρωσης του γόνατος και ενώνουν τον μηρό με την κνήμη. Η σωστή λειτουργία αυτών των συνδέσμων είναι προϋπόθεση της σωστής και της εντατικής λειτουργίας της άρθρωσης του γόνατος.

Ο συχνότερος μηχανισμός κάκωσης του πρόσθιου χιαστού, είναι ο συνδυασμός στροφής και κάμψης και σπανιότερα η υπερέκταση της άρθρωσης. Συχνά έχουμε και συνοδές κακώσεις όπως π.χ. του έσω μηνίσκου καθώς και του έσω πλαγίου συνδέσμου (ατυχής τριάδα).

Κατά τη διάρκεια του τραυματισμού ο ασθενής αισθάνεται ένα σκίσιμο ή ακούει έναν κρότο στο γόνατο και ακολουθεί άμεσα ένα πρήξιμο (αιμάτωμα) καθώς και περιορισμός της κίνησης. Μετά την πρώτη φάση του πόνου, ο ασθενής διαμαρτύρεται για αστάθεια και την αίσθηση ότι του “φεύγει” το γόνατο.

Η ιατρική εξέταση αποτελείται από ένα πλήρες ιστορικό του μηχανισμού της κάκωσης, μια λεπτομερή κλινική εξέταση και ένας απαραίτητος απεικονιστικός έλεγχος με ακτινογραφία καθώς και μαγνητική τομογραφία. Σε περιπτώσεις μεγάλου βαθμού αιμάρθρου συχνά είναι απαραίτητη η παρακέντηση της άρθρωσης για άμεση ανακούφιση της συμπτωματολογίας.

Η απόφαση της χειρουργικής αντιμετώπισης της ρήξης του πρόσθιου χιαστού συνδέσμου, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Συνοδές κακώσεις όπως ρήξη μηνίσκου με εμπλοκή του γόνατος καθώς και ρήξεις άλλων σταθεροποιητικών συνδέσμων, αναγκάζουν σε μια ταχύτερη απόφαση της χειρουργικής αποκατάστασης. Σε ασθενείς με αθλητική δραστηριότητα η αποκατάσταση του πρόσθιου χιαστού συνδέσμου θεωρείται απαραίτητη. Σε λιγότερο αθλητικά δραστήριους ασθενείς θα μπορούσε να επιχειρηθεί η συντηρητική αντιμετώπιση με έντονη φυσικοθεραπεία και ενδυνάμωση του μυϊκού συστήματος. Βασικό κριτήριο απόφασης  είναι επίσης η  ηλικία του ασθενούς , οι απαιτήσεις στην εργασία του καθώς και άλλες προϋπάρχουσες βλάβες.

Από μακροχρόνιες παρατηρήσεις και μελέτες γνωρίζουμε, ότι μια ασταθής άρθρωση οδηγεί σε καταστροφή των μηνίσκων και του χόνδρου, πράγμα που φέρνει πιο κοντά την καταστροφή της άρθρωσης και την εμφάνιση  πρώιμης αρθρίτιδας στο γόνατο. Η βασική ωστόσο ένδειξη της χειρουργικής αντιμετώπισης παραμένει η ενοχλητική αστάθεια  του γόνατος.

Το βασικό μέρος του χειρουργείου της πλαστικής αποκατάστασης του πρόσθιου χιαστού, διενεργείται αρθροσκοπικά. Τόσο η δημιουργία καναλιού στην κνήμη καθώς και στο μηριαίο όπως και η εισαγωγή και τοποθέτηση του μοσχεύματος γίνεται αρθροσκοπικά. Η τομή και διάνοιξη του γόνατος (όπως στους παλιούς καιρούς) πλέον δεν είναι απαραίτητη. Η λήψη μόνο του μοσχεύματος, απαιτεί μια μικρή τομή περίπου 2 εκατοστών.

Στις περισσότερες περιπτώσεις γίνεται η λήψη τενόντων από τους οπίσθιους μηριαίους, δυο καπτήρων στη έσω επιφάνεια του γόνατος. Σε σπάνιες περιπτώσεις χρησιμοποιούμε αντί αυτού τμήμα του τένοντα του τετρακέφαλου  ή άλλο μόσχευμα. Μια άλλη αρκετά διαδεδομένη τεχνική είναι η λήψη μοσχεύματος από τον επιγονατιδικό τένοντα. Για την σταθεροποίηση του μοσχεύματος χρησιμοποιούμε συνήθως αποροφήσιμες βίδες.

Βασικός παράγοντας επιτυχίας της επέμβασης είναι η μετεγχειρητική φυσιοθεραπευτική παρακολούθηση και αποκατάσταση. Η αποκατάσταση αρχίζει λίγες μέρες μετεγχειρητικά με έναρξη της ενδυνάμωσης και της κινητοποίησης και συνεχίζεται σταδιακά  μέχρι και 6 μήνες αργότερα. Ελεγχόμενη αθλητική δραστηριότητα (ποδήλατο, κολύμβηση ) μπορούμε να ξεκινήσουμε στους 3μηνες μετεγχειρητικά ενώ πιο δυναμικά αθλήματα όπως ποδόσφαιρο, μπάσκετ και βόλεϊ επιτρέπονται στο 8μηνο μετά το χειρουργείο.

Πηγή : http://www.iatrikanews.gr/