Ελεύθερα ψάρια VS ψάρια τεχνητής καλλιέργειας

images_apsaria.jpg

Η κατανάλωση ψαριών έχει συνδεθεί με πληθώρα ευεργετικών δράσεων στον οργανισμό μας, λόγω της υψηλής περιεκτικότητας τους σε ω-3 λιπαρά οξέα, πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας και σε κάποια μέταλλα και ιχνοστοιχεία όπως είναι ο φώσφορος και το ιώδιο.

Το 75 % των ωκεανών του κόσμου υφίστανται υπεραλίευση γεγονός που προκαλεί μια πτώση στο 90% σου πληθυσμού των άγριων ψαριών σε σχέση με τον πληθυσμό των ωκεανών στην προβιομηχανική εποχή αλιείας. Η κατάσταση αυτή απαιτεί εναλλακτικές πηγές, όπως η ιχθυοκαλλιέργεια. Τα περισσότερα ψάρια που συναντάμε στην αγορά είναι ιχθυοτροφείου. Το κόστος επίσης της αγοράς ενός εκτρεφόμενου ψαριού είναι πολύ μικρότερο από το κόστος ενός ελεύθερου ψαριού.

Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις σήμερα στις ΗΠΑ πάνω από το 80% του σολομού που διατίθεται στην αγορά προέρχεται από ιχθυοτροφεία ενώ ένα μόνο ιχθυοτροφείο μπορεί να αυξήσει την παραγωγή του έως και ένα εκατομμύριο σολομούς ετησίως!

Γιατί μας ενδιαφέρει όμως, τόσο από πού προέρχεται το ψάρι που βάζουμε στο τραπέζι μας αφού αναφερόμαστε στο ίδιο ακριβώς ψάρι; Υπάρχει διαφορά στην σύσταση και στην περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά ενός ψαριού που αλιεύθηκε σε μια ανοιχτή θάλασσα από το ίδιο ψάρι που μεγαλώνει στο ιχθυοτροφείο;

Σαφώς και υπάρχει!

Τα άγρια ψάρια κυνηγούν ελεύθερα στο φυσικό τους περιβάλλον για να εξασφαλίσουν την τροφή τους. Η ανάγκη αυτή τα κάνει πιο δραστήρια σε σχέση με τα εκτρεφόμενα ψάρια που συγκεντρώνονται σε ένα μικρό σχετικά χώρο που περιορίζει την μετακίνησή τους.

Μελετώντας την περιεκτικότητα σε λιπαρά οξέα των άγριων ψαριών σε σχέση με τα ψάρια του ιχθυοτροφείου παρατηρήθηκε ότι, τα πρώτα είχαν πιο λιτό κρέας και με χαμηλότερα κορεσμένα λιπαρά οξέα. Έτσι καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι, ακόμα και αν μιλάμε για το ίδιο είδος ψαριού, υπάρχουν παράγοντες που δημιουργούν σημαντικές διαφορές στην σύσταση του ψαριού που καταναλώνουμε.

Τα κορεσμένα λιπαρά που λαμβάνουμε μέσω της τροφής, όχι μόνο από τα ψάρια αλλά και από το κόκκινο κρέας σχετίζονται με την εμφάνιση αρκετών παθήσεων επιβλαβών για τον οργανισμό μας, ιδιαίτερα με την αύξηση της χοληστερόλης στο αίμα και την εμφάνιση καρδιαγγειακών προβλημάτων.

Εξίσου σημαντική είναι και η διατροφή του ψαριού. Τα άγρια ψάρια τρέφονται με άλλα ψάρια, φύκια και άλλους μικροοργανισμούς που βρίσκουν στο περιβάλλον τους ακολουθώντας τις επιταγές της φύσης. Τα φύκια και οι άλλοι οργανισμοί είναι τροφές που τα σώματα των ψαριών μπορούν πολύ εύκολα να μεταβολίσουν. Η διατροφή των ψαριών στα ιχθυοτροφεία τυπικά περιλαμβάνει γενετικά τροποποιημένες μονοκαλλιέργειες όπως είναι η σόγια, το καλαμπόκι κα το canolla που δεν βρίσκονται στο φυσικό τους περιβάλλον ούτε η φύση τα έφτιαξε τα ψάρια για να τρέφονται με καλαμπόκι. Οι τροφές αυτές είναι συνήθως φτωχές σε θρεπτικά συστατικά που τα ψάρια κάτω από άλλες συνθήκες θα εξασφάλιζαν μέσω της φυσικής διατροφής.

Τα άγρια ψάρια φαίνεται να έχουν υψηλότερη σύσταση σε μέταλλα, βιταμίνες και ανόργανα άλατα σε σχέση με τα ψάρια του εκτροφείου και αυτό πιθανόν να οφείλεται στην ποιότητα και την ποικιλία της διατροφής τους σύμφωνα με τους επιστήμονες. Ψάρια όπως ο σολομός και ο ξιφίας είναι πλούσια σε βιταμίνη Α, η οποία συμβάλλει στη φυσιολογική λειτουργία των ματιών . Μια άλλη πολύ σημαντική βιταμίνη την οποία περιέχουν τα ψάρια είναι η βιταμίνη D, η οποία είναι υπεύθυνη για τη διατήρηση των οστών και των δοντιών του οργανισμού μας αλλά και για την απορρόφηση ασβεστίου και φωσφόρου.

Πολλές έρευνες έχουν βρει μικρότερη περιεκτικότητα σε ω-3 λιπαρά οξέα στο κρέας του εκτρεφόμενου σολομού σε σχέση με τον ελεύθερο σολομό του Ατλαντικού.

Τα ω-3 λιπαρά έχουν ευεργετικές ιδιότητες για τον οργανισμό καθώς η συχνή τους κατανάλωση συμβάλλει στη πρόληψη διαφόρων ασθενειών π.χ. στεφανιαία νόσο, εγκεφαλικά επεισόδια κ.α. Τα ω-3 λιπαρά βελτιώνουν τη λειτουργία της καρδιάς, μειώνουν τις αρρυθμίες και παίζουν σημαντικό ρόλο στη παιδική διατροφή. Επίσης τα «καλά» αυτά λιπαρά οξέα συμβάλλουν στην υγεία του νευρικού συστήματος και είναι απαραίτητα για την ενίσχυση της μνήμης του εγκεφάλου.

Τα ψάρια με υψηλή περιεκτικότητα σε λίπος έχουν συνήθως και υψηλή συγκέντρωση ω-3 λιπαρών οξέων. Ψάρια πλούσια σε ω-3 λιπαρά είναι ο σολομός Ατλαντικού, ο γαύρος, η σαρδέλα, η ρέγγα, το σκουμπρί, η πέστροφα και ο ξιφίας.

Τα εκτρεφόμενα ψάρια όμως φαίνεται να έχουν μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε ω-6 λιπαρά οξέα.
Εκτός από την συγκέντρωση των ω-3 λιπαρών σημαντική είναι η αναλογία ω-3 και ω-6 λιπαρών (θεωρείται καλύτερη στα άγρια ψάρια). Τα ω-3 και τα ω-6 λιπαρά οξέα ανταγωνίζονται για τους ίδιους υποδοχείς στο σώμα μας. Κατά συνέπεια το καθαρό ω-3 «κέρδος» σε μια μερίδα εκτρεφόμενου ψαριού θα είναι πάντα μικρότερο από το αυτό που βρίσκουμε σε ένα ελεύθερο ψάρι της θάλασσας. Επίσης, τα ψάρια που αλιεύονται σε βαθιά και κρύα νερά έχουν συνήθως μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε ω-3 λιπαρά.

Στο μυαλό των καταναλωτών, ένα ψάρι του ιχθυοτροφείου φαίνεται να είναι πιο ασφαλή επιλογή σε σχέση με ένα ελεύθερο ψάρι που επηρεάζεται από την συνεχώς αυξανόμενη ρύπανση των υδάτων. Τα ψάρια του ιχθυοτροφείου αναπτύσσονται σε ειδικές μονάδες με εξειδικευμένο προσωπικό, όπου ελέγχονται τόσο η διατροφή τους, όσο και το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζουν. Όπως προαναφέρθηκε, τα ιχθυοτροφεία μπορούν να αυξήσουν την παραγωγή του σολομού μέχρι και ένα εκατομμύριο σε ένα έτος. Η αύξηση αυτή επιτυγχάνεται με βιομηχανικές μεθόδους εκτροφής ψαριών καθώς και με τη χρήση αντιβιοτικών.

Ρυπογόνες ουσίες όπως είναι τα αντιβιοτικά ,διάφορες ορμόνες ,τα PCBs (πολυχλωριωμένα διφαινύλια ) , οι νευροτοξίνες , τα φυτοφάρμακα και άλλες τοξίνες έχουν βρεθεί σε υψηλές συγκεντρώσεις στα εκτρεφόμενα ψάρια.

Λαμβάνοντας υπόψη και τη ρύπανση των φυσικών υδάτων, οι επιστήμονες εξετάζουν διαρκώς και τα είδη των άγριων ψαριών. Συγκεκριμένα, έχει βρεθεί ότι τα μεγαλύτερα είδη άγριων ψαριών που βρίσκονται σε υψηλότερη θέση στην τροφική αλυσίδα συχνά έχουν μολυνθεί με υδράργυρο και άλλες βιοχημικές τοξίνες. Είναι δύσκολο να πει κανείς εάν οι τοξίνες που βρέθηκαν σε ψάρια ιχθυοτροφείου είναι περισσότερο ή λιγότερο επικίνδυνες από εκείνες που βρέθηκαν σε άγρια ψάρια που αλιεύονται. Ο κίνδυνος της μόλυνσης υδραργύρου στα ψάρια μπορεί να μειωθεί με την κατανάλωση μικρότερων ψαριών που βρίσκονται χαμηλότερα στην τροφική αλυσίδα καθώς και με συνεχή έλεγχο της περιοχή αλιείας των ελευθέρων ψαριών .

Εν κατακλείδι, η επιλογή ενός ψαριού που τρέφεται ελεύθερα είναι πιο υγιεινή από ένα ψάρι του ιχθυοτροφείου. Προτιμήστε κυρίως ψάρια που ζουν σε κρύα και βαθιά νερά τα οποία είναι πλούσια σε λιπαρά και ιδιαίτερα ωφέλιμα για τον οργανισμό μας, κυρίως για την προστασία της καρδιάς. Η κατανάλωση ψαριών τουλάχιστον δυο φορές την εβδομάδα εκτός από την προστασία της καρδίας, βοηθάει στη μείωση των τριγλυκεριδίων στο αίμα, στην μείωση της LDL χοληστερόλης, στην καταπολέμηση φλεγμονών καθώς και στην μείωση εμφάνισης διαφόρων μορφών καρκίνου και άλλων αυτοάνοσων ασθενειών.

Πηγή: http://www.apostoloschronopoulos.gr/

Χρονόοπουλος Α.Απόστολος,Κλινικός Διαιτολόγος-Διατροφολόγος