Χοληστερίνη, τριγλυκερίδια και αθηρωμάτωση

Η αποφρακτική αγγειοπάθεια είναι σοβαρή νόσος του αρτηριακού τοιχώματος, που προκαλεί αλλοιώσεις του τοιχώματος ορισμένων αρτηριών και διαταραχή στην αιμάτωση του οργάνου, το οποίο αυτές αρδεύουν. Το σημαντικότερο αίτιο της αποφρακτικής αγγειοπάθειας είναι η αθηρωμάτωση, η οποία αποτελεί σήμερα το πρώτο αίτιο θανάτων και σοβαρής αναπηρίας στον ανεπτυγμένο κόσμο.

Το τοίχωμα της αρτηρίας αποφράσσεται από τα λιπίδια, τα οποία υφίστανται δομικές τροποποιήσεις, ενώ παράλληλα συρρέουν λευκοκύτταρα από το αίμα και φλεγμονώδεις παράγοντες.


Βασικό ρόλο στην έναρξη και εξέλιξη της διαδικασίας έχει η κακή χοληστερόλη LDL.
Προοδευτικώς αναπτύσσονται ινώδεις αλλοιώσεις και το τοίχωμα της αρτηρίας γίνεται πιο σκληρό, αναπτύσσεται δηλαδή αθηροσκλήρυνση.


Η αθηρωμάτωση, προσβάλλει διάφορες περιοχές του αρτηριακού συστήματος και διαταραχή στην αιμάτωση του οργάνου, το οποίο αυτές αρδεύουν, φαινόμενο που συχνά γίνεται σιωπηλά, χωρίς συμπτώματα.


Το πρώτο σύμπτωμα μπορεί να είναι η αιφνίδια σοβαρή ανεπάρκεια ενός ζωτικού οργάνου που η παθολογική αρτηρία τροφοδοτεί.


Απόφραξη καρδιακών αγγείων οδηγεί σε στεφανιαία καρδιακή νόσο, απόφραξη εγκεφαλικών αγγείων οδηγεί σε εγκεφαλικό, απόφραξη αγγείων στα κάτω άκρα μπορεί να οδηγήσει σε γάγγραινα του ποδιού, που να απαιτεί ακρωτηριασμό, απόφραξη των νεφρικών αρτηριών σε νεφρική νόσο.


Ο χρόνος και η κακή κληρονομικότητα είναι οι βασικότεροι από τους μη επανορθώσιμους παράγοντες που ενέχονται στην διαδικασία της αθηροσκλήρυνσης. Οι γυναίκες προ της εμμηνοπαύσεως, διαθέτουν κάποια προστασία έναντι της αρτηριοσκλήρυνσης, εξαιτίας σύνθετων ορμονικών παραγόντων.


Ο χρόνος προκαλεί κόπωση των αμυντικών βιολογικών συστημάτων, με συνέπεια οι φθορές στις αρτηρίες και η εναπόθεση λιπιδίων να καθίστανται προοδευτικά αναπόφευκτες και η αθηρωμάτωση είναι βασικό χαρακτηριστικό της γήρανσης. Η χρονολογική ηλικία όμως που αναπτύσσεται το φαινόμενο διαφέρει από άτομο σε άτομο.


Η κακή κληρονομικότητα προσδίδει μία ιδιαίτερη ευπάθεια στις βλαπτικές επιδράσεις των λιπιδίων.


Ορισμένοι άνθρωποι είναι προνομιακά εφοδιασμένοι από τους προγόνους τους με ιδιαιτέρως ανθεκτικά αγγεία σε νοσήματα, στο κάπνισμα, σε περιβαλλοντικούς παράγοντες ή στην φθορά του χρόνου.


Η καλή ποιότητα του αιμοφόρου αγγείου, που αιματώνει επαρκώς τα ζωτικά όργανα, αποτελεί ένα βασικό συστατικό χαρακτηριστικό αρκετών ακμαίων υπεραιωνόβιων.
Ο σημαντικότερος παράγοντας του περιβάλλοντος που επιταχύνει την αθηρωμάτωση είναι το κάπνισμα.


Για τον λόγο αυτό επιβάλλεται η πλήρης αποχή από το παθητικό ή ενεργητικό κάπνισμα, προκειμένου να ανασταλεί η διαδικασία της αθηρωμάτωσης, σημαντική προϋπόθεση επιβράδυνσης της βιολογικής γήρανσης.


Οι τοξικές συνέπειες του καπνού, είναι σημαντικές λόγω της τοξικής βλάβης του καπνού σε όλο το αγγειακό σύστημα με συνέπεια στυτική δυσλειτουργία, ανεπάρκεια καρδιακών αγγείων, κακή κυκλοφορία αίματος στα άκρα. Οι καπνιστές άνδρες παρουσιάζουν σε νεαρότερες ηλικίες ανδρική ανικανότητα.

 

Παρά την αυξανόμενη ενημέρωση του κοινού για τις βλαπτικές του συνέπειες , ο τερματισμός της εξάρτησης από τον καπνό δεν είναι εύκολος. Αυτό οφείλεται σε τρεις κύριους λόγους:


1. Ο καπνός βομβαρδίζει σιωπηλά το ανθρώπινο σώμα, με συνέπεια τα σοβαρά αποτελέσματα του καπνού να μην είναι εμφανή, πολλές φορές επί πολλά χρόνια.
Πολλές φορές το πρώτο σύμπτωμα της βλάβης του τσιγάρου είναι το έμφραγμα, η στυτική ανεπάρκεια, ο καρκίνος του πνεύμονα.

Ο καπνιστής δηλητηριάζεται αργά και σταθερά χωρίς να το καταλαβαίνει, για να πάρει εγκαίρως μέτρα.

2.Η νικοτίνη, η ουσία που εισπνέεται με το κάπνισμα, αποδίδεται πολύ γρήγορα στον εγκέφαλο και προκαλεί εθισμό.

3. Το κάπνισμα αρχίζει σε νεαρές σχετικά ηλικίες και μάλιστα στην εφηβεία και προεφηβεία, με αποτέλεσμα την εγκατάσταση μιας συνήθειας στην ηλικία που παγιώνεται ο χαρακτήρας, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα την δυσκολία εκρίζωσης αργότερα.
Άλλοι παράγοντες που ενέχονται στην αθηροσκλήρυνση είναι η παχυσαρκία ήτοι ΒΜΙ ίσο ή μεγαλύτερο από 30kg/m2, η έλλειψη άσκησης, οι διαταραχές της γλυκόζης νηστείας, η διατροφή πλούσια σε κορεσμένα λιπαρά.

Ορισμένα χρόνια νοσήματα, πρέπει να έχουν άριστη ιατρική αντιμετώπιση, διότι η κακή ρύθμιση προάγει την αθηρωμάτωση σε σημαντικό βαθμό:

I. Η υψηλή χοληστερίνη: Η χοληστερόλη είναι μία ουσία, που αυξάνει στον οργανισμό με την κατανάλωση λιπαρών ουσιών. Στην δεκαετία 1980-1990, όταν άρχισαν να εμφανίζονται οι πρώτες λεπτομερείς έρευνες για την χοληστερόλη και την σχέση της με τις καρδιαγγειακές παθήσεις, οι ιατροί έθεταν ως στόχο την τιμή 200mg/dl και χορηγούσαν δίαιτες σε κάθε άνθρωπο με τιμές μεγαλύτερες από το επίπεδο που προαναφέρθηκε. Όταν ένα άτομο είχε χοληστερόλη κάτω από 200mg/dl έσπευδαν να το καθησυχάσουν. Σήμερα όμως η επιστήμη της ιατρικής απέδειξε ότι και αυτή η πρακτική είναι λανθασμένη. Η χοληστερόλη( ή χοληστερίνη όπως είναι ευρέως γνωστή) είναι απαραίτητη για την λειτουργία των κυττάρων μας και του εγκεφάλου. Το τμήμα της χοληστερόλης που ονομάζεται HDL, προστατεύει το αγγείο. Το τμήμα της χοληστερόλης που ονομάζεται LDL χοληστερόλη αντίθετα, βλάπτει τα αγγεία της καρδιάς, του εγκεφάλου, των νεφρών, των άκρων. O ιατρός κατά την εξέταση, θα αξιολογήσει εάν τα αγγεία ενός ατόμου έχουν προσβληθεί, ή εάν έχουν αυξημένη ευαισθησία. Η επανάσταση που έφερε η σύγχρονη επιστήμη της ιατρικής στην αντίληψη περί χοληστερόλης είναι ότι σε αντίθεση με άλλες εργαστηριακές μετρήσεις η φυσιολογική τιμή είναι διαφορετική για κάθε άνθρωπο ανάλογα με την κατάσταση των αγγείων του και ανάλογα με το εάν εντάσσεται η όχι σε ομάδα υψηλού κινδύνου για αγγειακή πάθηση.

II. Ο σακχαρώδης διαβήτης: Είναι μια χρόνια νόσος που χαρακτηρίζεται από διαταραχή του μεταβολισμού του σακχάρου, των λιπών και των πρωτεϊνών, όλων των βασικών δηλαδή υλικών που χρησιμοποιεί ο οργανισμός στην δομή και στις καύσεις του. Αυτή η υφιστάμενη γενικευμένη διαταραχή του μεταβολισμού, είναι εκείνη που μπορεί να προκαλέσει βλάβες στο αγγείο, με συνέπεια την προαγωγή της αρτηριοσκλήρυνσης. Στον διαβήτη ισχύει έστω και ένα από τα παρακάτω: Το σάκχαρο που μετράται στο αίμα προ της 9.00πμ και χωρίς το άτομο να έχει φάει εννέα ώρες προ της μέτρησης, είναι πάνω ή ίσον με 126mg/dl ακόμα και εάν δεν έχει κανένα σύμπτωμα, ή υπάρχουν συμπτώματα πολυδιψίας πολυουρίας απώλειας βάρους και σε τυχαία μέτρηση κατά την διάρκεια της ημέρας το σάκχαρο είναι μεγαλύτερο ή ίσον του 200mg/dl, ή δύο ώρες μετά την χορήγηση του υγρού κατά την διάρκεια μιας ειδικής δοκιμασίας που λέγεται δοκιμασία ανοχής γλυκόζης το μετρούμενο σάκχαρο είναι ίσον ή μεγαλύτερο του 200mg/dl.

Οι μετρήσεις αυτές δεν αντανακλούν την συνολική βλάβη του μεταβολισμού, αλλά ένα τμήμα της που αφορά το σάκχαρο και αποτελούν εκτός από διαγνωστικά εργαλεία, ένα μόνο δείκτη της συνολικής δυσαρμονίας και συνήθως χρειάζονται επιβεβαίωση με δεύτερη μέτρηση.

III. Το μεταβολικό σύνδρομο: Αποτελεί μία γενικευμένη μεταβολική δυσλειτουργία του οργανισμού και χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη τριών τουλάχιστον χαρακτηριστικών από τα χαρακτηριστικά που αναφέρονται παρακάτω πρέπει οπωσδήποτε να αποκατασταθεί, διότι συμβάλλει σε σημαντικό βαθμό στην επέκταση της αθηροσκλήρυνσης : Η κοιλιακή παχυσαρκία δηλαδή συγκέντρωση λίπους στην κοιλιά, η άνοδος των τριγλυκεριδίων, η πτώση της «καλής» χοληστερόλης HDL, η διατήρηση μέσων τιμών αρτηριακής πιέσεως σε επίπεδα οριακά φυσιολογικά, η διαταραγμένη ανοχή γλυκόζης.

IV. Υπέρταση: Ένας άνθρωπος είναι υπερτασικός , όταν ο μέσος όρος των μετρήσεων της διαστολικής πίεσης («μικρή» πίεση), είναι μεγαλύτερος ή ίσος από 90mmHg, όπως μετράται με ειδικά όργανα, τα πιεσόμετρα ή όταν ο μέσος όρος των μετρήσεων της συστολικής πίεσης(«μεγάλη» πίεση), είναι μεγαλύτερος ή ίσος από 140mmHg. Σε περίπτωση πάσχοντος και από άλλο νόσημα, όπως διαβήτη, χοληστερόλης, καρδιακής ή νεφρικής παθήσεως, τα όρια αυτά είναι συχνά πιο αυστηρά. Η ελληνική τακτική της παρακολούθησης της πίεσης στο φαρμακείο σε περιπτώσεις ανθρώπων με πολλαπλά προβλήματα υγείας, είναι λανθασμένη, διότι τα κοινά όρια της πίεσης, πολλές φορές δεν ισχύουν για αυτά τα άτομα. Είναι σημαντικό το ετήσιο προληπτικό ιατρικό check up σας, να περιλαμβάνει την μέτρηση της αρτηριακής σας πίεσης από τον Ειδικευμένο Παθολόγο για την πρώιμη ανίχνευση της υπέρτασης, διότι συχνά η υπέρταση δεν έχει συμπτώματα, για τον εξατομικευμένο καθορισμό των επιπέδων των πιέσεων που πρέπει να έχετε ανάλογα με την συνολική κατάσταση της υγείας σας, αλλά και για τον εντοπισμό των ατόμων, που ευρίσκονται σε ομάδα υψηλού κινδύνου για να αναπτύξουν αργότερα υπέρταση.

V. Παθολογικές διαταραχές λιπιδίων, κύρια του τύπου της παθολογικά χαμηλής καλής χοληστερόλης, αλλά και άλλου τύπου αιματολογικές παθολογικές διαταραχές οι οποίες αξιολογούνται εξατομικευμένα όπως η παθολογική αύξηση της LpA, της ομοκυστείνης και ορισμένων παραγόντων πήξης και δεικτών φλεγμονής.

Μοσχοβάκη Αναστασία

Ιατρός Ειδική Παθολόγος